Το πρώτο ξυπνητήρι χτυπάει 06.40'.
'Eξι και σαράντα ε, λέω μήπως δεν το διαβάσατε καλά. Έξι και σαράντα περίπου χτυπούσε πριν από 154 χρόνια που πήγαινα σχολείο ή στις λίγες περιπτώσεις που είχα να προλάβω κανα αεροπλάνο και δεν έπαιζε πτήση μια ανθρώπινη, φυσιολογική ώρα. 'Η αν είχα γεννήσει με ραντεβού, περίπου εκείνη την ώρα θα χτυπούσε. Τέλος πάντων, σε μεγάλα γεγονότα.
Σνουζ.
Έξι και πενήντα σηκώνομαι για να το χωνέψω, να πάω τουαλέτα, να ανοίξω κανένα παράθυρο, να σκεφτώ τί να πάρει μαζί του ο μικρός για φαγητό. Πέντε λεπτά αργότερα τον ξυπνάω, σηκώνεται σχετικά εύκολα, και ξεκινάμε τις ετοιμασίες για το σχολείο.
Δεν μου τα είχατε πει αυτά παιδιά.
Καθόμασταν και συζητούσαμε στα blogs, στις βεράντες, στα chat και στα καλοκαιρινά τα μπαρ για το πώς θα είναι η πρώτη δημοτικού, ποια είναι τα σημαντικά πράγματα που πρέπει να προσέξεις σε ένα σχολείο, τί θα γίνει με τις εξωσχολικές δραστηριότητες, αν είναι καλύτερο το δημόσιο από το ιδιωτικό, και ουσιαστικά δεν είπαμε το σημαντικότερο.
'Οτι το παιδί ξεκινάει μια καινούργια ζωή στο δημοτικό, και Η ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ.
Ναι, ναι, μην χαμογελάτε οι experts της μητρότητας, ή τα running freaks, ή οι υπερτυχερές με inhouse βοήθεια, μιλάμε ότι την έχω ακούσει στέρεο, η μέρα μου μού φαίνεται τεράστια και διπλά κουραστική και είμαι στα όρια της παραφροσύνης να ξεκινήσω πανελλαδικό κίνημα για να αρχίζει το σχολείο μία ώρα αργότερα- γιατί από το μαύρο χάραμα δηλαδή, γιατί; Σκεφθείτε το, θα γύριζαν και μία ώρα αργότερα, όλους θα σας βόλευε μια χαρά, όποτε είναι μου λέτε και το πάμε.
Λοιπόν, η μέρα μου εδώ και δύο μήνες ξεκινάει στις έξι και σαράντα και μέχρι τις οκτώ το βράδυ περίπου είμαι εκτός σπιτιού. Αυτό οδηγεί σε έναν αναπόφευκτο τρόπο ζωής, που, εχμ, τελειώνει (η ζωή.)
Γυρίζοντας, αν είναι λίγο νωρίτερα στην καλύτερη των περιπτώσεων, ασχολούμαι φυσικά μόνο με τα δύο παιδιά που έχουν να μου πουν νέα, να μου δείξουν ζωγραφιές, που με τραβάνε να τους διαβάσω, να παίξουμε, να φάμε μαζί, ιδανικά νομίζω θα ήθελαν να με κόψουν μικρά κομματάκια και να με μασουλήσουν, τραγανιστή. Αν είναι λίγο αργότερα, τα πετυχαίνω οριακά στην ώρα του ύπνου οπότε η μόνη κίνηση που κάνω είναι να πετάξω παπούτσια και να πιάσω μαλλιά, τώρα που κρύωσε ο καιρός να βάλω και μια μακριά ζακέτα "σπιτιού" έτσι για τη λαουντζιά του θέματος και να κάτσω πλάι τους με τραγούδια και παραμύθια μέχρι να κοιμηθούν.
Και στις δύο περιπτώσεις αφού έχω πιεί ένα καφέ το πρωί το έχω πάρει πολύ αισιόδοξα, εγώ δεν ήμουν έτσι, δεν θα με πάρει από κάτω, είναι πολύ νωρίς για σύνταξη και κουβερτάκι. Και έχω ανταλλάξει μηνύματα, έχω σχεδόν κανονίσει εξόδους, έχω τσεκάρει κριτικές ταινιών στο internet και έχω υποσχεθεί βέβαια στον εαυτό μου ότι όχι κοπελιά, δεν θα λιώσεις στον καναπέ πάλι σήμερα.
Και κάθε μέρα, κάθε βράδυ, μόνο ακυρώνω. Την ώρα που μπαίνω στο σπίτι, τη στιγμή εκείνη που χαμηλώνω τα φώτα και αποφορτίζομαι από όλη την τρέλα, η μόνη δύναμη που ψάχνω να βρω είναι για να βάλω βραδινή κρέμα και να πλύνω τα δόντια μου. Στα μεγάλα κέφια κάθομαι με τον Dario όταν δεν δουλεύει και βλέπουμε σειρές - αυτό είναι στρατηγική επιλογή φυσικά γιατί μετά από 45 λεπτά που τελειώνει το επεισόδιο μπορείς να την κάνεις σιγά σιγά προς το υπνοδωμάτιο χωρίς τύψεις. 'Οταν βάζουμε ταινία παθαίνω εκείνη τη γελοιότητα που βαραίνουν τα βλέφαρα και μάταια προσπαθείς να τα σηκώσεις σαν με γερανό και ο άλλος σε κοιτάει με οίκτο, μα καλά κοιμάσαι; και εσύ πετάγεσαι, όχι όχι, βλέπω, και συνεχίζει ο σαδιστής σύζυγος, α ναι και για πες τί έγινε και εσύ διηγείσαι μια σκηνή από το κεφάλι σου επειδή εκείνη την ώρα είδες μια λέξη κλειδί και η ρόμπα η ξεκούμπωτη σε τυλίγει βέβαια σαν τη μούμια στο χαλοουίν (δεν πιστεύω να μην γιορτάζετε χαλοουίν μη γίνει της πουτάνας εδώ μέσα.)
Δεν τα είπαμε αυτά παιδιά, αλλά εγώ είμαι εδώ για εσάς, τους μελλοντικούς γονιούς των παιδιών του δημοτικού. Αν είστε λίγο στη φάση τη δική μου, όχι τόσο hyper active γενικά και με δουλειές που δεν τελειώνουν νωρίς, προετοιμαστείτε για το τέλος της ζωής όπως την ξέρατε. Προετοιμαστείτε για να πίνετε δύο μπίρες στα μεγάλα κέφια καπάκι μετά το γραφείο, να διαλέγετε την πιο νωρίς παράσταση από τη μεταμεσονύκτια που παραδοσιακά είναι πιο και γαμώ και να μεταφράζετε στο μυαλό σας την Παρασκευή ως την ημέρα "που βγαίνει η κούραση όλης της εβδομάδας" - τί μαλακία κλισεδούρα έκφραση, εγώ την Παρασκευή την ήξερα ως την ημέρα των μεγάλων εξόδων, έβγαινες ρετάλι αμέσως μετά τη δουλειά και λόγω κούρασης έλιωνες εύκολα, στα δυόμιση ποτά και μετά τραλαλα όλα ήταν όμορφα.
Αλλά όχι, τώρα που το παιδί σας πάει α' δημοτικού και η ζωή σας τελειώνει, η Παρασκευή είναι η μέρα που κοιμάσαι από τις εννιά μαζί με τα παιδιά. Η Χαμένη Μέρα, δηλαδή. Χαμένη, μαζί με 'σενα.
Χαχ, νομίζετε ότι είμαι υπερβολική. Μπορεί και να είμαι. Μπορεί και να συνηθίσω τελικά και να γυρίσω απρόβλεπτα να σας κεράσω σφηνάκι σε κάποια μπάρα σε ένα εξάμηνο. Μαζί με το σφηνάκι θα σας αναλύσω και μήπως να το παίρναμε αλλιώς, μήπως ρε παιδί μου ήταν καλύτερα να γεννούσαμε στα είκοσι έτσι όπως μας προτείνει η βιολογία, να τραβολογούσαμε παντού το παιδί ή να το παρατούσαμε από εδώ κι από εκεί (νταξ μωρέ, στο περίπου) με άγνοια κινδύνου και κοντά στα mid 30s να μην είχαμε κανένα τέτοιο ζόρι - άσε που επειδή θα είμαστε πολύ κουλ φυσικά εννοείται θα βγαίναμε και με το παιδί και τους φίλους του. Σκεφθείτε το.
Πάντως όταν το παιδί ξεκινάει το δημοτικό, η ζωή όπως την ξέρατε μέχρι τώρα, έστω για λίγο, έστω για όσο, τελειώνει.
Και ο εαυτός σας, πιο αποφασιστικά από ποτέ, μεγαλώνει.
31.10.14
7.10.14
Αλεγκρ(ί)α
Πριν από μερικές μέρες έφερα στο σπίτι ένα πολύ μικρό κατάμαυρο γατάκι.
Δεν είχα ποτέ κατάμαυρο γατάκι, ούτε είχε τύχει να φροντίζω μαύρη γάτα, οπότε όταν μου είπαν τα παιδιά - ο W. το είδε και στον ύπνο του λέει - ότι θα ήθελαν το καινούργιο γατάκι να είναι μαύρο, είπα να έχω αυτό ως το μοναδικό κριτήριο. Α ναι, και να είναι οπωσδήποτε αδεσποτάκι, ιδανικά θα ήθελα να το βρω να κλαίει τρομαγμένο και απαρηγόρητο στην νησίδα στη μέση της Κηφισίας και εγώ να γινόμουν με αυτοθυσία ο Σωτήρας - αυτό το τελευταίο δεν μου έκατσε. Καλά, προτιμούσα και γάτο με μεγάλο κεφάλι και λιονταρίσια φάτσα γιατί γενικά είναι πιο όμορφοι και αρχοντικοί. Ούτε αυτό μου έκατσε βέβαια.
Παρότι δεν υπήρχε κανένας χρονικός ή άλλος περιορισμός και ενώ έλεγα ότι θα το ψάξω να βρω μια μούρη να μου κάνει κλικ ή καμία ψυχοπονιάρικη, άθλια σιτουασιόν, το γατάκι τελικά δεν το διάλεξα. Συναντήθηκα με την κυρία που το περιμάζεψε στο Ολυμπιακό στάδιο, πήρα ένα πολύ μικρό τυχαίο κατάμαυρο γατάκι μέσα σε ένα κουτί μεταφοράς, που λίγο έκλαιγε λίγο έπαιζε με το παλιό φουλάρι της κυρίας στο κουτί, και το πήγα σπίτι. Χωρίς να το έχω δει καν, ήταν βράδυ, ήταν μαύρο και παρόλο που άναβα το φως πάνω από τον καθρέφτη, μέσα στο κουτί μπορούσα να διακρίνω μόνο μια στρογγυλή μουτζούρα.
Στη διαδρομή δεν έβαλα μουσική για να μη φοβηθεί. Σκεφτόμουν τις τελευταίες μέρες της Λούνας και ένιωθα μόνο τύψεις, καθόλου αγάπη για το μωρό στο κουτί, παρά μόνο τύψεις που τώρα ξέρω περισσότερα, που θα είμαι καλύτερη, που έχω εξηγήσει στα παιδιά σωστότερα, που θα πηγαίνω στο γιατρό συχνότερα.
'Οταν έφτασα σπίτι έτυχε και πάρκαρα στην ίδια ακριβώς θέση, μπροστά από την πολυκατοικία, όπως εκείνη τη Δευτέρα. Έχω αρκετές φορές υπάρξει τυχερή και έχω βρει αυτή την ίδια θέση, αλλά δεν μου χτύπησε καμπανάκι ποτέ πριν. Σχεδόν πέταξα το κουτί - που είναι κλουβί μάλλον μεταφοράς, αλλά μου τη δίνει να το λέω κλουβί - στο πεζοδρόμιο. Εκείνη τη Δευτέρα είχα γυρίσει σπίτι βράδυ με ένα παρόμοιο κουτί και την γριά γάτα μου μέσα, πεθαμένη, είκοσι φορές πιο βαριά. Αυτό το πούπουλο όλο ζωή εκεί μέσα, με το σπασμένο μωρουδίστικό του κλάμα, με ενόχλησε. Γιατί ήταν αυτό και δεν ήταν η γάτα μου.
Στο σπίτι βέβαια έγινε πάρτυ. Τα παιδιά έχασαν το μυαλό τους κανονικά, ξεκίνησαν το ζούληγμα, το κυνηγητό, τα τραγούδια, το αράδιασμα ονομάτων (με χειρότερο όταν η μικρή πέταξε ΝΑ ΤΗΝ ΠΟΥΜΕ ΝΤΟΡΑ), τις αγκαλιές, τα χοροπηδητά, τους ρόλους. Ο γιος μου έκανε κατασκευές και έβαζε την γάτα να τις δοκιμάζει - ένα τούνελ από χαρτόνι, μια τσουλήθρα με μαξιλάρια και η κόρη μου το έπαιζε μαμά, το σκέπαζε, το νανούριζε, το χτένιζε.
Έκρηξη ευτυχίας.
Και όσο και αν συνέκρινα στην αρχή αυτό το μικρό πλάσμα με την υπέροχη γάτα του παρελθόντος, και όσο και αν έλεγα ότι αυτές οι τύψεις δεν θα με εγκαταλείψουν ποτέ - μέχρι και γιατί του ψώνισα τόσα πράγματα ενώ εκείνη είχε λιγότερα, με πήρε και εμένα το ωστικό κύμα και άρχισα να αγαπώ το κατράμι γατάκι λίγο. Και κάθε μέρα λίγο περισσότερο.
Για να φτάσω να σκεφτώ τελικά ότι φυσικά μπορείς να αγαπάς κάτι και όταν αυτό πεθάνει.
Και φυσικά μπορείς να το αντικαταστήσεις με κάποιον τρόπο στη ζωή σου, με όποιον τρόπο σε πληγώνει απαλότερα, πολλαπλασιάζοντας αγάπη και φροντίδα, χωρίς όμως ποτέ να το αντικαθιστάς και στο μυαλό σου.
Στον έρωτα όμως δεν πρέπει να πηγαίνει έτσι, γιατί ως πότε να αγαπάς κάτι που πέθανε, ως πότε να κρατάς στο μυαλό σου θέσεις. Εκεί, τις σκοτώνεις τις γάτες όταν γεράσουν.
Για μία φίλη. Τα φιλιά μου.
πι.ες: Το γατόνι το είπαμε τελικά Αλέγκρα, όπως κέφι χορός μπρίο δηλαδή.
Για μία φίλη. Τα φιλιά μου.
πι.ες: Το γατόνι το είπαμε τελικά Αλέγκρα, όπως κέφι χορός μπρίο δηλαδή.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)