Είναι παραμονή Χριστουγέννων βράδυ και δεν φοράω καν ολοκαίνουργιες πυζάμες.
'Εχω κάνει μάσκα βαθιάς ενυδάτωσης και λάμψης, το laptop και το δέντρο φωτίζουν το σαλόνι, μπροστά μου είναι ανοιχτά 2-3 περιοδικά ενώ διαβάζω λίγο από βιβλίο που δε σας λέω ποιό για να μην μου πείτε χέσε μας και καλά, και ακούω χαλί λίγο Love lies, λίγο Born to die, λίγο δεν θυμάμαι, λίγο δεν προσέχω.
Ξαναλέω. Είναι παραμονή Χριστουγέννων. Ο άντρας μου δουλεύει, είμαι μόνη στην ησυχία της νύχτας, ξαναλέω, φοράω πυζάμες και φιλάω στα κλεφτά παιδιά που κοιμούνται. Και είμαι καλά.
Δεν έχω φτιάξει μαλλί, δεν έχω ξεθάψει τα δωδεκάποντα και δεν κρατάω στο χέρι ποτήρι με αλκοόλι.
Και νυστάζω και είμαι κουρασμένη και η μόνη χριστουγεννιάτικη ευχή είναι αυτό το βράδυ να μην ξυπνήσει η Χλόη γιατί με πονάει ο αυχένας μου και γιατί ο μεγάλος αδερφός θα πεταχτεί το πρωί με ελατήριο να ανοίξει τα δώρα.
Την επόμενη το μεσημέρι γιορτάζει πολύ ο μπαμπάς μου και λίγο η κόρη μου και θα φάμε στο σπίτι των γονιών μου. Φοράω μουσταρδί, πλισέ φόρεμα και κατακόκκινο κραγιόν. Κουβαλάμε δώρα και αγοράζουμε από τον Πετρίδη ένα to die for χριστουγεννιάτικο μπουκέτο. Είναι μάλλον η πρώτη φορά που πηγαίνω σε αυτό το γεύμα καλοντυμένη και όχι ρετάλι από το προηγούμενο βράδυ.
Τρώμε συγκλονιστικά. Εντάξει, κάποια φαγητά η μαμά μου τα απογειώνει, να το πούμε αυτό - μαμά διάβασε και καμια φορά το μπλογκ που όλο παράπονα είσαι, δεν βλάπτει.
Χοιρινό με δαμάσκηνα και καστανό ρύζι με κουκουνάρι και σταφίδες, μικρές πατάτες φούρνου που δεν έχεις ξαναφάει, τυριά τύφλα να 'χει το ψυγείο του Βασιλόπουλου και τούρτες με καφέ και κρεμ πατισερί, πόσο πολύ ξαναπεινάω τώρα.
Στο τέλος της ημέρας οι γονείς την ακούνε με Χούλιο Ιγκλέσιας στο cd και εγώ χορεύω. Μόνη μου. Μπροστά από την τραπεζαρία. Με μουσταρδί φόρεμα (ακούγεται κάπως, αλλά μα το θεό μου πήγαινε τρελά), κατακόκκινο κραγιόν και Χούλιο Ιγκλέσιας. Κάνω όλο στροφές καλύτερα από δερβίση γιατί ο Βάλτερ ξεκαρδίζεται, πίνουμε Asti, φωτογραφίζουμε τα παιδιά με τους παππούδες σε όλες τις πιθανές πόζες, γυρνάμε σπίτι στις επτά και μισή, κοιμούνται, βλέπουμε dvd, είμαι για κάποιο λόγο πάρα, μα πάρα, πολύ χαρούμενη.
Παραμονή Χριστουγέννων και ανήμερα.
Μάλλον λίγο μεγάλωσα, λίγο βαρέθηκα, λίγο έγινα μαμά, λίγο έβαλα τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Και όλα αυτά μαζί.
Αυτό είναι το τελευταίο πόστ για το 11. Και τόσο αυθόρμητα, συνοψίζει όλη μου τη χρονιά. Γλυκιά, ήπια, αγαπησιάρικη, τίποτα δραματικό, καμία εξτραβαγκάντσα, τα παιδιά κυρίαρχα, η μαμά with a twist.
Το πόσταρε η Πόπη στο fb.
Αυτό ακριβώς.
Take it easy και να περάσετε μέσα σας με μεγάλη χαρά. 'Οπως γουστάρετε δηλαδή.
Σας φιλώ.
31.12.11
22.12.11
Έκθεση ιδεών και προσωπικότητας.
Δεν είμαι καθόλου καλή στις επετείους, τις ευχές, την απομνημόνευση ημερομηνιών, το σκρολ ντάουν στο κινητό για να ανακαλύψω με ποιούς έχω να μιλήσω 27 χρόνια αλλά την ημέρα του αγίου τους θα τους πάρω τηλέφωνο, ο κόσμος να χαλάσει. Εννοείται ότι αν μου σκάσει το event στα μούτρα στο facebook και τον συγκεκριμένο άνθρωπο τον γνωρίζω (έχουμε πιεί και μια βότκα ρε αδερφέ), θα ευχηθώ, δεν έχω μουλαροποιηθεί τόσο. Αλλά δεν είναι σκοπός της ζωής μου στου Κωνσταντίνου και Ελένης να ανακαλύψω κάπως την Ελενίτσα που καθόταν στο μπροστινό θρανίο στην Πέμπτη δημοτικού και να της ευχηθώ με θέρμη. 'Οσοι το κάνετε, καλά κάνετε. Ειδικά αν το εννοείτε. Η πιαρίστικη τυπικούρα στην πραγματικότητα δεν έχει κανένα νόημα. Ούτε το "να τα πούμε βρε κάποια μέρα" στο τέλος του μηνύματος.
Θυμάμαι κάποιες γιορτές και κάποια γενέθλια, είτε γιατί είναι σημαντικά τα πρόσωπα για εμένα προσωπικά, είτε γιατί έχουν χτιστεί στη μνήμη μου με μπετόν αρμέ. Με παρεξηγούν.
Και το θέμα μπλογκ ορισμένοι το βλέπουν κάπως. Και τώρα που κλείνει η χρονιά, κάνω έναν όχι-και-τόσο-"προσωπικό" απολογισμό. Άλλοι το κάνουν μετά από ένα χρόνο μπλόγκινγκ, μέτα από 200 ποστς, εγώ έχω κλείσει 1 χρόνο και 7 μήνες, 103 αναρτήσεις, the time is now. Ξεκάθαρα.
Εκτός από τα διάφορα καλά που ακούω, βιώνω, διαβάζω, υπάρχει και η άποψη του "δεν μου αρέσει που εκτίθεσαι τόσο" ή "όταν διαβάζω τόσο προσωπικά πράγματα αισθάνομαι άβολα".
Καταρχήν να διευκρινίσω ότι το μπλογκ μου δεν είναι ντοκυμαντέρ. Και κανένα μπλογκ (επώνυμο) πιστεύω πως δεν είναι. 'Ο,τι αναρτάται εμπεριέχει πάντα δόσεις συγγραφικής αδείας, και είναι σοφά επιλεγμένο. Σαν τον πάκο με τις φωτογραφίες που δείχνεις στη μαμά σου από τις διακοπές. Εκείνη που τρέχεις γυμνόστηθη στην παραλία αγκαλιά με τον αλλοδαπό και το joint, την έχεις καταχωνιάσει στη ντουλάπα, στο κουτί με τα παπούτσια.
Εγώ ξεκίνησα να γράφω από καθαρά προσωπική ανάγκη, πολύ απλά λατρεύω το γράψιμο (το έχω κιόλας αναλύσει, εδώ). Είναι ένα από τα πολύ λίγα πράγματα που μ'ευχαριστούν ουσιαστικά να κάνω, μπορώ ν'αντλήσω έμπνευση από ένα χαμόγελο, ένα παράπονο, μία λέξη, ένα μπλε ρουά κορδελάκι, μια ανάμνηση από ένα αποτύπωμα στην άμμο, ακόμα και μέσα στο υπό πτώχευση γραφείο. Κάποτε, π.Μ (προ-μητρότητας) έκανα και αυτά τα κινηματογραφικά γραψίματα μέχρι το ξημέρωμα, με λίγο κόκκινο κρασί και πολλές ωραίες μουσικές, πάνε τώρα αυτά δυστυχώς.
Τώρα όμως, μέσα από αυτό το μπλογκ, ένιωσα ότι είχα πράγματα να πω, σημαντικά αλλά και ταυτόχρονα ανώδυνα, ιστοριούλες που δε φοβάμαι, αλλά μου αρέσει να τις εκθέσω, να προκαλέσω αντίδραση, να ανοίξω κουβέντα, να νιώσω επαφή. Δεν αισθάνομαι καθόλου μα καθόλου ότι βοηθάω, άλλωστε υπάρχουν άλλα μαμαδομπλογκς πολύ καλύτερα σε αυτό.
Αρχικά ήθελα να βοηθήσω εμένα, εκθέτωντας το χούι μου και σε άλλο κόσμο. Ήμουν και πολύ έτοιμη για κόντρες, αλλά δεν μου έχουν κάτσει ακόμα.
Και έπειτα συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχω αν δε μοιράζομαι. 'Οταν είμαι με τους φίλους μου (που είναι τόσοι λίγοι που δεν το πιστεύεις), μιλάω για τη ζωή μου. Για τα παιδιά μου, για τον άντρα μου, για τα συναισθήματα μου πάνω απ'όλα. Αν είμαι νταουνιασμένη φαίνεται στα μούτρα μου, αν είμαι χαρούμενη γελάω στα αυτιά τους τρανταχτά. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που τους κάνεις παρέα και για τη ζωή τους δεν ξέρεις στην πραγματικότητα τίποτα. Βγαίνεις για καφέ, συζητάτε για την κρίση, για τους συναδέλφους στο γραφείο, αλλά για τα μέσα τους το αποφεύγουν, γυρίζεις πίσω, καλά πέρασες, αλλά όχι ουσιαστικά. Είναι οι λίγο φλατ, οι λεγόμενοι γνωστοί που συνηθίζεται πλέον να αποκαλούνται "φίλοι". Σεβαστή κατηγορία, αλλά δεν θα είχε ποτέ επώνυμο μπλογκ, θα έγραφε στανταράκι με κωδικούς, αρχικά και νικνέιμς (δε μιλάω για όλους όσους γράφουν ανώνυμα, ελπίζω ότι συνεννοούμαστε).
Μπορεί να εκτίθεμαι όταν λέω πώς χορεύω με το γιο μου, πόσο καρδιοχτύπησα για την κόρη μου, πόσο αγαπάω την οικογένεια μου, πόσο δεν μπορώ να συντονιστώ με τις μονοδιάστατες μαμάδες. Αλλά ξέρεις κάτι? Δε με νοιάζει. Θέλω. Πίστεψέ με, αυτό που δε θέλω το ξέρουν μόνο εκείνοι οι τόσο λίγοι που δε φανταζεσαι.
Και μ'έχει εκτιμήσει τόσος κόσμος μέσα από αυτό, που αισθάνομαι ψώνιο και μόνο που το γράφω.
Αυτά από το υπό πτώχευση γραφείο. Παραλήρημα όβερ.
Συνεχίστε με ό,τι κάνατε. Πόσο σίγουρη ότι τώρα το έχετε διακόψει. Πόσο #psonio.
Θυμάμαι κάποιες γιορτές και κάποια γενέθλια, είτε γιατί είναι σημαντικά τα πρόσωπα για εμένα προσωπικά, είτε γιατί έχουν χτιστεί στη μνήμη μου με μπετόν αρμέ. Με παρεξηγούν.
Και το θέμα μπλογκ ορισμένοι το βλέπουν κάπως. Και τώρα που κλείνει η χρονιά, κάνω έναν όχι-και-τόσο-"προσωπικό" απολογισμό. Άλλοι το κάνουν μετά από ένα χρόνο μπλόγκινγκ, μέτα από 200 ποστς, εγώ έχω κλείσει 1 χρόνο και 7 μήνες, 103 αναρτήσεις, the time is now. Ξεκάθαρα.
Εκτός από τα διάφορα καλά που ακούω, βιώνω, διαβάζω, υπάρχει και η άποψη του "δεν μου αρέσει που εκτίθεσαι τόσο" ή "όταν διαβάζω τόσο προσωπικά πράγματα αισθάνομαι άβολα".
Καταρχήν να διευκρινίσω ότι το μπλογκ μου δεν είναι ντοκυμαντέρ. Και κανένα μπλογκ (επώνυμο) πιστεύω πως δεν είναι. 'Ο,τι αναρτάται εμπεριέχει πάντα δόσεις συγγραφικής αδείας, και είναι σοφά επιλεγμένο. Σαν τον πάκο με τις φωτογραφίες που δείχνεις στη μαμά σου από τις διακοπές. Εκείνη που τρέχεις γυμνόστηθη στην παραλία αγκαλιά με τον αλλοδαπό και το joint, την έχεις καταχωνιάσει στη ντουλάπα, στο κουτί με τα παπούτσια.
Εγώ ξεκίνησα να γράφω από καθαρά προσωπική ανάγκη, πολύ απλά λατρεύω το γράψιμο (το έχω κιόλας αναλύσει, εδώ). Είναι ένα από τα πολύ λίγα πράγματα που μ'ευχαριστούν ουσιαστικά να κάνω, μπορώ ν'αντλήσω έμπνευση από ένα χαμόγελο, ένα παράπονο, μία λέξη, ένα μπλε ρουά κορδελάκι, μια ανάμνηση από ένα αποτύπωμα στην άμμο, ακόμα και μέσα στο υπό πτώχευση γραφείο. Κάποτε, π.Μ (προ-μητρότητας) έκανα και αυτά τα κινηματογραφικά γραψίματα μέχρι το ξημέρωμα, με λίγο κόκκινο κρασί και πολλές ωραίες μουσικές, πάνε τώρα αυτά δυστυχώς.
Τώρα όμως, μέσα από αυτό το μπλογκ, ένιωσα ότι είχα πράγματα να πω, σημαντικά αλλά και ταυτόχρονα ανώδυνα, ιστοριούλες που δε φοβάμαι, αλλά μου αρέσει να τις εκθέσω, να προκαλέσω αντίδραση, να ανοίξω κουβέντα, να νιώσω επαφή. Δεν αισθάνομαι καθόλου μα καθόλου ότι βοηθάω, άλλωστε υπάρχουν άλλα μαμαδομπλογκς πολύ καλύτερα σε αυτό.
Αρχικά ήθελα να βοηθήσω εμένα, εκθέτωντας το χούι μου και σε άλλο κόσμο. Ήμουν και πολύ έτοιμη για κόντρες, αλλά δεν μου έχουν κάτσει ακόμα.
Και έπειτα συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχω αν δε μοιράζομαι. 'Οταν είμαι με τους φίλους μου (που είναι τόσοι λίγοι που δεν το πιστεύεις), μιλάω για τη ζωή μου. Για τα παιδιά μου, για τον άντρα μου, για τα συναισθήματα μου πάνω απ'όλα. Αν είμαι νταουνιασμένη φαίνεται στα μούτρα μου, αν είμαι χαρούμενη γελάω στα αυτιά τους τρανταχτά. Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που τους κάνεις παρέα και για τη ζωή τους δεν ξέρεις στην πραγματικότητα τίποτα. Βγαίνεις για καφέ, συζητάτε για την κρίση, για τους συναδέλφους στο γραφείο, αλλά για τα μέσα τους το αποφεύγουν, γυρίζεις πίσω, καλά πέρασες, αλλά όχι ουσιαστικά. Είναι οι λίγο φλατ, οι λεγόμενοι γνωστοί που συνηθίζεται πλέον να αποκαλούνται "φίλοι". Σεβαστή κατηγορία, αλλά δεν θα είχε ποτέ επώνυμο μπλογκ, θα έγραφε στανταράκι με κωδικούς, αρχικά και νικνέιμς (δε μιλάω για όλους όσους γράφουν ανώνυμα, ελπίζω ότι συνεννοούμαστε).
Μπορεί να εκτίθεμαι όταν λέω πώς χορεύω με το γιο μου, πόσο καρδιοχτύπησα για την κόρη μου, πόσο αγαπάω την οικογένεια μου, πόσο δεν μπορώ να συντονιστώ με τις μονοδιάστατες μαμάδες. Αλλά ξέρεις κάτι? Δε με νοιάζει. Θέλω. Πίστεψέ με, αυτό που δε θέλω το ξέρουν μόνο εκείνοι οι τόσο λίγοι που δε φανταζεσαι.
Και μ'έχει εκτιμήσει τόσος κόσμος μέσα από αυτό, που αισθάνομαι ψώνιο και μόνο που το γράφω.
Αυτά από το υπό πτώχευση γραφείο. Παραλήρημα όβερ.
Συνεχίστε με ό,τι κάνατε. Πόσο σίγουρη ότι τώρα το έχετε διακόψει. Πόσο #psonio.
21.12.11
Βοήθεια, συμπόνια και άλλα Χριστουγεννιάτικα έθιμα.
Σήμερα πήγα να πάρω δώρο στο βαφτιστήρι μου - ένα πατίνι.
Παράλληλα παρασύρθηκα εννοείται, πήρα και κάτι για την Κλο να το βάλουμε στο δέντρο, δύο ζευγάρια καλσόν (πάλι για εκείνη εννοείται, i don't do dresses) το 20ο παζλ για τον W., μία άχρηστη μπούρδα για το σπίτι και δύο πηρούνια - ναι, τα παίρνουμε λίγα λίγα.
Κουβαλώντας, βαρύ το πατίνι αλλά έκανε μεγάλο εφέ χριστουγεννιάτικου ψώνιου, ανάμεσα σε θεατρικά δρώμενα, πολύχρωμα συντριβάνια, σπιτάκια με ξωτικά και γιρλάντες χρυσαφιές μου ήρθε ένα τίναγμα σαν από ηλεκτροσόκ, να δώσω μία δυνατή κλωτσιά στις σακούλες και να τις εξαφανίσω στο υπερπέραν. Και μετά να σκάψω και ένα λαγούμι να χωθώ μέχρι να ξεχάσω τα έξοδα που κάνω.
Είναι αυτές οι εικόνες των παιδιών που τα κοιμίζουν στα πεζοδρόμια ζητιανεύοντας, με τα μπιμπερόν γεμάτα με κάτι πολύχρωμα υγρά και την ανεμελιά να θολώνει στο μωρουδίστικο βλέμμα, που μου στοιχειώνουν τις μέρες και τις νύχτες. Και όχι μόνο τις γιορτινές.
Κάθε μέρα με κάτι το μυαλό μου θα φύγει. Θα δω, θα διαβάσω, θα ακούσω, δεν υπάρχει μέρα που ένα κομματάκι της καρδιάς μου να μην κάνει κρακ κρακ από μία αποτύπωση παιδικής δυστυχίας, κακοποίησης, κακοτυχίας, ταπείνωσης, παραλογισμού.
Και να 'μαι εγώ να περπατάω γρήγορα στην Ερμού για πολύ σοβαρό λόγο κυρίες και κύριοι, για να αγοράσω ένα γαμημένο μολύβι φρυδιών, και να είναι την ίδια ώρα και στιγμή στο πλάι μου η μάνα, κουρελιασμένη, εξαθλιωμένη, με το μωρό να κουλουριάζεται δίπλα της και να κουτρουβαλάει, με δάκρυα στεγνωμένα στα μάτια και μύξες, λεκέδες στο πρόσωπο και να αισθάνομαι ένας πολύ μικρός άνθρωπος.
Τόσος δα.
Σήμερα στο facebook είπαμε πολύ λίγα επί του θέματος, όχι άλλες δακρύβρεχτες ιστορίες, όχι μόνο τα Χριστούγεννα. Ναι, τώρα οι αντιθέσεις είναι πιο έντονες και τα οξύμωρα όσο ποτέ άλλοτε παρόντα, αλλά τώρα είναι απλά και μόνο η αφορμή για να γυρίσουμε πίσω κάτι από όλη αυτή την αφθονία που μας καταβροχθίζει. Ναι, εκείνη μας καταβροχθίζει, όχι το ανάποδο. Και κάνει την πέτσα μας χοντρή και το μυαλό μας να βρωμάει σαν κλούβιο αυγό.
Φίλε, ξαναλέω, δεν την παλεύω τώρα που έγινα μάνα. Εντάξει, ήμουν πολύ ευαίσθητη, αλλά έχω πάθει ζημιά.
Για πάμε να ξεκουνιόμαστε λίγο.
Να κάνουμε αυτά τα Χριστούγεννα την αρχή, και ας είναι τόσο ρομαντικό σαν σκέψη, που τερματίζει και την ιστορία του αιώνιου έρωτα του Ρωμαίου με την Ιουλιέτα.
Εγώ, πολύ ξεκάθαρα σας το λέω, το βρίσκω χυδαίο και αρρωστημένο να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια γιατί τα δικά μας τα παιδιά έχουν καθαρά ρούχα, καινούργια παιχνίδια και καλομαγειρεμένο φαγητό.
Είναι για κάτι ανθρωπάκια... να, τόσο δα μικρά. Διαλέξτε μέγεθος.
κλεμμένο από την Φραγκίσκα:
Three passions, simple but overwhelmingly strong, have governed my life: the longing for love, the search for knowledge, and unbearable pity for the suffering of mankind (Bertrand Russell).
Παράλληλα παρασύρθηκα εννοείται, πήρα και κάτι για την Κλο να το βάλουμε στο δέντρο, δύο ζευγάρια καλσόν (πάλι για εκείνη εννοείται, i don't do dresses) το 20ο παζλ για τον W., μία άχρηστη μπούρδα για το σπίτι και δύο πηρούνια - ναι, τα παίρνουμε λίγα λίγα.
Κουβαλώντας, βαρύ το πατίνι αλλά έκανε μεγάλο εφέ χριστουγεννιάτικου ψώνιου, ανάμεσα σε θεατρικά δρώμενα, πολύχρωμα συντριβάνια, σπιτάκια με ξωτικά και γιρλάντες χρυσαφιές μου ήρθε ένα τίναγμα σαν από ηλεκτροσόκ, να δώσω μία δυνατή κλωτσιά στις σακούλες και να τις εξαφανίσω στο υπερπέραν. Και μετά να σκάψω και ένα λαγούμι να χωθώ μέχρι να ξεχάσω τα έξοδα που κάνω.
Είναι αυτές οι εικόνες των παιδιών που τα κοιμίζουν στα πεζοδρόμια ζητιανεύοντας, με τα μπιμπερόν γεμάτα με κάτι πολύχρωμα υγρά και την ανεμελιά να θολώνει στο μωρουδίστικο βλέμμα, που μου στοιχειώνουν τις μέρες και τις νύχτες. Και όχι μόνο τις γιορτινές.
Κάθε μέρα με κάτι το μυαλό μου θα φύγει. Θα δω, θα διαβάσω, θα ακούσω, δεν υπάρχει μέρα που ένα κομματάκι της καρδιάς μου να μην κάνει κρακ κρακ από μία αποτύπωση παιδικής δυστυχίας, κακοποίησης, κακοτυχίας, ταπείνωσης, παραλογισμού.
Και να 'μαι εγώ να περπατάω γρήγορα στην Ερμού για πολύ σοβαρό λόγο κυρίες και κύριοι, για να αγοράσω ένα γαμημένο μολύβι φρυδιών, και να είναι την ίδια ώρα και στιγμή στο πλάι μου η μάνα, κουρελιασμένη, εξαθλιωμένη, με το μωρό να κουλουριάζεται δίπλα της και να κουτρουβαλάει, με δάκρυα στεγνωμένα στα μάτια και μύξες, λεκέδες στο πρόσωπο και να αισθάνομαι ένας πολύ μικρός άνθρωπος.
Τόσος δα.
Σήμερα στο facebook είπαμε πολύ λίγα επί του θέματος, όχι άλλες δακρύβρεχτες ιστορίες, όχι μόνο τα Χριστούγεννα. Ναι, τώρα οι αντιθέσεις είναι πιο έντονες και τα οξύμωρα όσο ποτέ άλλοτε παρόντα, αλλά τώρα είναι απλά και μόνο η αφορμή για να γυρίσουμε πίσω κάτι από όλη αυτή την αφθονία που μας καταβροχθίζει. Ναι, εκείνη μας καταβροχθίζει, όχι το ανάποδο. Και κάνει την πέτσα μας χοντρή και το μυαλό μας να βρωμάει σαν κλούβιο αυγό.
Φίλε, ξαναλέω, δεν την παλεύω τώρα που έγινα μάνα. Εντάξει, ήμουν πολύ ευαίσθητη, αλλά έχω πάθει ζημιά.
Για πάμε να ξεκουνιόμαστε λίγο.
Να κάνουμε αυτά τα Χριστούγεννα την αρχή, και ας είναι τόσο ρομαντικό σαν σκέψη, που τερματίζει και την ιστορία του αιώνιου έρωτα του Ρωμαίου με την Ιουλιέτα.
Εγώ, πολύ ξεκάθαρα σας το λέω, το βρίσκω χυδαίο και αρρωστημένο να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια γιατί τα δικά μας τα παιδιά έχουν καθαρά ρούχα, καινούργια παιχνίδια και καλομαγειρεμένο φαγητό.
Είναι για κάτι ανθρωπάκια... να, τόσο δα μικρά. Διαλέξτε μέγεθος.
κλεμμένο από την Φραγκίσκα:
Three passions, simple but overwhelmingly strong, have governed my life: the longing for love, the search for knowledge, and unbearable pity for the suffering of mankind (Bertrand Russell).
14.12.11
People are strange (και εγώ χειρότερη)
Είναι μερικές φορές που ο κωλοπαιδισμός του γιου μου με ξεπερνά.
Που μέσα μου ξέρω ότι όποια μανούβρα και αν κάνω, θα τρακάρουμε.
Σε κάποιες φάσεις λοιπόν είμαι ανένδοτη, σε κάποιες υποχωρητική, εξαρτάται από τις περιστάσεις, το δημόσιο του χώρου, τα φύλλα που μασάω τί μου λένε - μέγα λάθος, αλλά δεν είπα ότι είμαι αλάνθαστη.
Είναι βράδυ, έχουμε γυρίσει από σούπερ φαν κατάσταση και ο κόσμος στο δρόμο είναι λιγοστός, σχεδόν ανύπαρκτος. Ο γιος μου μουλαρώνει μυστήρια, θέλει ποπ κορν, θέλει σοκολάτα, κάτι θέλει από την γωνιακή έβγα (που να σημειώσω ότι είναι τελείως τρισάθλια και είμαι σίγουρη ότι ακόμα και τα νερά είναι ληγμένα), η λογική, χαμηλόφωνη εξήγηση - αυτό το επιστημονικό που λυγίζεις για να είσαι στο ύψος του μπας και συνεννοηθείτε - δεν τον αφορά καθόλου, κάνει ψοφόκρυο, με πιάνει εκνευρισμός. Αποφασίζω ότι θα είμαι ανένδοτη, έχουμε φάει 7 κιλά μπούρδες όλο το απόγευμα και αυτό το θέλω-κάτι-και-το-θέλω-τώρα σαν συμπεριφορά μου ανακατεύει λίγο το στομάχι.
Παλεύουμε. Όχι κυριολεκτικά, εννοείται. Τσεκάρω τις δυνάμεις μου, τα όρια μου, του δίνω διορία μικρή να σταματήσει, με γράφει κανονικά. Τον παίρνω αγκαλιά να ανεβούμε στο σπίτι, εκεί αρχίζει (αναμενόμενο) το μονόπρακτο δράμα, έχω την αίσθηση ότι πετιέται κόσμος στους δρόμους για να με τσεκάρει, να με αποδοκιμάσει, να συμπονέσει τον μικρούλι ομορφούλι που έπεσε στα χέρια αυτής της σκύλας. Πρέπει να με ζώνουν οι παραισθήσεις, αλλά σου λέω μία κυρία βγήκε από το φαρμακείο, είμαι σίγουρη.
Φτάνοντας στο σπίτι, μία άλλη μαμά ανηφορίζει κρατώντας από το χέρι ένα φαινομενικά πανήσυχο 4χρονο αγοράκι. Σκέφτομαι ότι αν μου πει εξυπναδούλα απλά θα της ρίξω κουτουλιά για να έχει περισσότερο ακόμα σασπένς η φάση. Κοντοστέκεται. Χαμογελάει γλυκά στον Βάλτερ και μου σφίγγει για ένα δευτερόλεπτο το μπράτσο, σαν να με χαϊδεύει, σαν να μου λέει σε καταλαβαίνω, κουράγιο, όλα καλά. Πόσο με αποφόρτισε αυτή η χειρονομία. Πόσο την έχω στο μυαλό μου, πόσο πολύ την εκτίμησα.
(κάτι τέτοιο είχε ποστάρει και η Στέλλα στο koilitsa.com, ισχύει).
Χθες το πρωί, πριν το γραφείο, έχω πάει με την κόρη μου σούπερ μάρκετ με καρότσι. Αυτή ήταν η καλή πράξη του μήνα γιατί εκεί που λες ναι μωρέ, το 'χουμε, δυο πραγματάκια θα πάρω, σουλατσάρω λίγο περισσότερο στους διαδρόμους, γεμίζω με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις το καλάθι, πετάγομαι και λίγο απέναντι στα Βιολογικά και λίγο δίπλα στο φούρνο, φορτώνομαι αδικαιολόγητα για την περίσταση και γυρίζω φορτωμένη με ένα καρότσι που δε λέει για extreme sports. Το έχει τερματίσει ο Βάλτερ και η μπροστινή ρόδα συνεργάζεται μόνο όταν εκείνη γουστάρει. Τη συγκεκριμένη μέρα δεν είχε κέφια.
Για να μπω στο σπίτι έχει τρία μεγάλα σκαλιά και μέσα μία κανονική, μεγάλη σκάλα. Αρχίζω να ξεφορτώνω το καρότσι, ανοίγει η πόρτα. Βγαίνει ο από πάνω. Φαντάσου τον μέχρι 40 χρονών, με ένα τεράστιο σκύλο που του κάνουμε πάντα χαρές (του σκύλου, εκείνη την ώρα δεν τον είχε μαζί του), με γκόμενα, με ύφος κάποιος είμαι αλλά θα σου πω άλλη στιγμή και με πρόβλημα στις φωνητικές χορδές. Προφανώς, αφού δεν έχει πει ποτέ καλημέρα. Ούτε κι εγώ.
Μου ρίχνει βλέφαρο για ένα δευτερόλεπτο, τραβάει την πόρτα πίσω του, κάνει διασκελισμό πάνω από το καρότσι και εξαφανίζεται νομίζοντας ότι είναι ο Ryan Gossling τουλάχιστον.
Ο κύριος που καθαρίζει την πολυκατοικία πετάει τη σφουγγαρίστρα έκπληκτος και μου κάνει όλη τη δουλειά - κουβαλάει σακούλες, με βοηθάει να σηκώσουμε την πριγκήπισσα της Ζαμούντα, είναι διακριτικός στις απαντήσεις του για το "πόσο μαλάκας είναι αυτός ο από πάνω."
Και αυτός με αποφορτίζει. Αλλά με τον άλλο, δεν έχουμε τελειώσει ακόμα. Τώρα που βγήκε υγρασία στο ταβάνι του σαλονιού φίλε, θα σε γονατίσω. Θα πάρω και την κυρία Σούλα την από κάτω στην ομάδα μου, 75 χρονών, χήρα, καραφλή, θα της πασάρω το τηλέφωνό σου, θα την ψήσω ότι το πρόβλημα θα γιγαντωθεί οσονούπω και θα φτιάχνω ποπ κορν στο microwave για να παρακολουθώ τις εξελίξεις. Άσε που απ'ότι ακούω δεν κάνεις και καλό sex.
Την καλημέρα μου.
Που μέσα μου ξέρω ότι όποια μανούβρα και αν κάνω, θα τρακάρουμε.
Σε κάποιες φάσεις λοιπόν είμαι ανένδοτη, σε κάποιες υποχωρητική, εξαρτάται από τις περιστάσεις, το δημόσιο του χώρου, τα φύλλα που μασάω τί μου λένε - μέγα λάθος, αλλά δεν είπα ότι είμαι αλάνθαστη.
Είναι βράδυ, έχουμε γυρίσει από σούπερ φαν κατάσταση και ο κόσμος στο δρόμο είναι λιγοστός, σχεδόν ανύπαρκτος. Ο γιος μου μουλαρώνει μυστήρια, θέλει ποπ κορν, θέλει σοκολάτα, κάτι θέλει από την γωνιακή έβγα (που να σημειώσω ότι είναι τελείως τρισάθλια και είμαι σίγουρη ότι ακόμα και τα νερά είναι ληγμένα), η λογική, χαμηλόφωνη εξήγηση - αυτό το επιστημονικό που λυγίζεις για να είσαι στο ύψος του μπας και συνεννοηθείτε - δεν τον αφορά καθόλου, κάνει ψοφόκρυο, με πιάνει εκνευρισμός. Αποφασίζω ότι θα είμαι ανένδοτη, έχουμε φάει 7 κιλά μπούρδες όλο το απόγευμα και αυτό το θέλω-κάτι-και-το-θέλω-τώρα σαν συμπεριφορά μου ανακατεύει λίγο το στομάχι.
Παλεύουμε. Όχι κυριολεκτικά, εννοείται. Τσεκάρω τις δυνάμεις μου, τα όρια μου, του δίνω διορία μικρή να σταματήσει, με γράφει κανονικά. Τον παίρνω αγκαλιά να ανεβούμε στο σπίτι, εκεί αρχίζει (αναμενόμενο) το μονόπρακτο δράμα, έχω την αίσθηση ότι πετιέται κόσμος στους δρόμους για να με τσεκάρει, να με αποδοκιμάσει, να συμπονέσει τον μικρούλι ομορφούλι που έπεσε στα χέρια αυτής της σκύλας. Πρέπει να με ζώνουν οι παραισθήσεις, αλλά σου λέω μία κυρία βγήκε από το φαρμακείο, είμαι σίγουρη.
Φτάνοντας στο σπίτι, μία άλλη μαμά ανηφορίζει κρατώντας από το χέρι ένα φαινομενικά πανήσυχο 4χρονο αγοράκι. Σκέφτομαι ότι αν μου πει εξυπναδούλα απλά θα της ρίξω κουτουλιά για να έχει περισσότερο ακόμα σασπένς η φάση. Κοντοστέκεται. Χαμογελάει γλυκά στον Βάλτερ και μου σφίγγει για ένα δευτερόλεπτο το μπράτσο, σαν να με χαϊδεύει, σαν να μου λέει σε καταλαβαίνω, κουράγιο, όλα καλά. Πόσο με αποφόρτισε αυτή η χειρονομία. Πόσο την έχω στο μυαλό μου, πόσο πολύ την εκτίμησα.
(κάτι τέτοιο είχε ποστάρει και η Στέλλα στο koilitsa.com, ισχύει).
Χθες το πρωί, πριν το γραφείο, έχω πάει με την κόρη μου σούπερ μάρκετ με καρότσι. Αυτή ήταν η καλή πράξη του μήνα γιατί εκεί που λες ναι μωρέ, το 'χουμε, δυο πραγματάκια θα πάρω, σουλατσάρω λίγο περισσότερο στους διαδρόμους, γεμίζω με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις το καλάθι, πετάγομαι και λίγο απέναντι στα Βιολογικά και λίγο δίπλα στο φούρνο, φορτώνομαι αδικαιολόγητα για την περίσταση και γυρίζω φορτωμένη με ένα καρότσι που δε λέει για extreme sports. Το έχει τερματίσει ο Βάλτερ και η μπροστινή ρόδα συνεργάζεται μόνο όταν εκείνη γουστάρει. Τη συγκεκριμένη μέρα δεν είχε κέφια.
Για να μπω στο σπίτι έχει τρία μεγάλα σκαλιά και μέσα μία κανονική, μεγάλη σκάλα. Αρχίζω να ξεφορτώνω το καρότσι, ανοίγει η πόρτα. Βγαίνει ο από πάνω. Φαντάσου τον μέχρι 40 χρονών, με ένα τεράστιο σκύλο που του κάνουμε πάντα χαρές (του σκύλου, εκείνη την ώρα δεν τον είχε μαζί του), με γκόμενα, με ύφος κάποιος είμαι αλλά θα σου πω άλλη στιγμή και με πρόβλημα στις φωνητικές χορδές. Προφανώς, αφού δεν έχει πει ποτέ καλημέρα. Ούτε κι εγώ.
Μου ρίχνει βλέφαρο για ένα δευτερόλεπτο, τραβάει την πόρτα πίσω του, κάνει διασκελισμό πάνω από το καρότσι και εξαφανίζεται νομίζοντας ότι είναι ο Ryan Gossling τουλάχιστον.
Ο κύριος που καθαρίζει την πολυκατοικία πετάει τη σφουγγαρίστρα έκπληκτος και μου κάνει όλη τη δουλειά - κουβαλάει σακούλες, με βοηθάει να σηκώσουμε την πριγκήπισσα της Ζαμούντα, είναι διακριτικός στις απαντήσεις του για το "πόσο μαλάκας είναι αυτός ο από πάνω."
Και αυτός με αποφορτίζει. Αλλά με τον άλλο, δεν έχουμε τελειώσει ακόμα. Τώρα που βγήκε υγρασία στο ταβάνι του σαλονιού φίλε, θα σε γονατίσω. Θα πάρω και την κυρία Σούλα την από κάτω στην ομάδα μου, 75 χρονών, χήρα, καραφλή, θα της πασάρω το τηλέφωνό σου, θα την ψήσω ότι το πρόβλημα θα γιγαντωθεί οσονούπω και θα φτιάχνω ποπ κορν στο microwave για να παρακολουθώ τις εξελίξεις. Άσε που απ'ότι ακούω δεν κάνεις και καλό sex.
Την καλημέρα μου.
6.12.11
Χριστούγεννα είναι. Και δεν είναι.
Και αρχίζει το ντιμπέιτ.
Ντιμπέιτ έχει γίνει βέβαια στις μέρες μας, που όλοι την έχουμε ακούσει λίγο πιο εναλλακτικά, λίγο πιο αποστασιοποιημένα, λίγο πιο καταθλιπτικά-από-άποψη, λίγο κόντρα στο ρεύμα γιατί μπορώ.
Μπορείς ή δεν μπορείς τα Χριστούγεννα?
Την παλεύεις με την ιστορία του Άγιου Βασίλη και τα έλκυθρα που τον σέρνουν σε όλο τον κόσμο in no time ή σε ενοχλεί διανοητικά το απίστευτο του παραμυθιού?
Σου φαίνεται δόκιμος ό όρος "μαγικά" δίπλα από τα Χριστούγεννα ή μήπως κολλάει καλύτερα το "μικροαστικά" όπως ο Άγιος Βαλεντίνος, ας πούμε. Ή η Μιμή Ντενίση.
Oh, well, εμένα μου αρέσουν τα Χριστούγεννα (και δε μου είχε αρέσει ο Κυνόδοντας, να το πούμε κι αυτό). Τα λάτρευα ως παιδάκι, τα τερμάτιζα ως single, τα υποστηρίζω στο φουλ και τώρα που είμαι μαμά. 'Ολο το σετ.
Χριστούγεννα για 'μενα είναι uplifting mood, αρκεί να μην τσιρίξει στο αυτί μου η Βανδή από κανα ηχείο.
Το μεγάλο στεφάνι στην πόρτα -φέτος πήραμε ένα από fleece, φουσκωτό, εντελώς αστείο- το δέντρο μούμια από την στρατιά των (όχι πολύχρωμων) φώτων, το γράμμα προς τον ένα και μοναδικό παραλήπτη που δε θα το διαβάσει ποτέ.
Οι αφορμές για βόλτες που είναι αστείρευτες - στα μαγαζιά με jingle bells, στα σπίτια φίλων για να στολίσουμε (και καλά), για να φτιάξουμε κουλουράκια με τα παιδιά (και καλά x2, για να φάμε τα αγοραστά μελομακάρονα επί της ουσίας), για να υψώσουμε τα κολωνάτα ποτήρια, να σκουπιστούμε με τις κατακόκκινες χαρτοπετσέτες, να φτιάξουμε κανα μαλλί με σίδερο.
Τα δώρα, τα μικρά, τα οικονομικά, τα επαναλαμβανόμενα, δεν έχει σημασία, αρκεί να είναι τυλιγμένα στην έκπληξη. Ο θόρυβος που κάνει το χαρτί όταν το σκίζεις, τα μάτια τα παιδικά -πλέον- που στραφταλίζουν με έξαψη, το χαμόγελο που τραβιέται μέχρι τα αυτιά, οι αγκαλιές που σφίγγουν σαν βόες, τα μάτια τα δικά μου που βουρκώνουν.
Τόση πολλή αγάπη, σε τόσες λίγες μέρες είναι υποκριτική? Μπορεί. Σημασία έχει ότι μέσα σε αυτό τον τυφώνα της υποκρισίας συμπαρασύρονται και κάποιοι που τον έχουν ανάγκη, που ίσως ξεχάστηκαν, ή δεν προσπάθησαν ή δεν ήταν τυχεροί. Το αποτέλεσμα μετράει, στη συνέχεια παίζεις μπάλα μόνος σου. Αν έδωσες μια φορά, πίστεψέ με, θα ξαναδώσεις.
Και μέσα σε όλο αυτό το γκλίτερ τη βλέπω και τη σπίθα της μελαγχολίας. Και την κατανοώ, από ανθρώπους που έχουν χάσει ή δε βρίσκονται κοντά σε πρόσωπα αγαπημένα. Όλο αυτό το πάρτυ έχει νόημα αν έρθουν όλοι σου οι καλεσμένοι, δεν έχω καμία ένσταση εκεί και το σιχτίρι για τις γιορτές το δέχομαι άνευ όρων.
Επειδή είμαι στην προνομιούχα θέση να τους έχω όλους γύρω μου καλά, θα μπλεχτώ μέσα σε αυτή την παραισθησιογόνα ζάλη ξανά. Με δυσκολότερα τα οικονομικά, με αβέβαια τα επαγγελματικά, με σκοτεινό το μέλλον. Και επειδή τα περσινά Χριστούγεννα ήμουν η κατάθλιψη προσωποποιημένη σε λεχώνα, θα το πληρώσουν τα φετεινά.
Και από Γενάρη βλέπουμε.
Ντιμπέιτ έχει γίνει βέβαια στις μέρες μας, που όλοι την έχουμε ακούσει λίγο πιο εναλλακτικά, λίγο πιο αποστασιοποιημένα, λίγο πιο καταθλιπτικά-από-άποψη, λίγο κόντρα στο ρεύμα γιατί μπορώ.
Μπορείς ή δεν μπορείς τα Χριστούγεννα?
Την παλεύεις με την ιστορία του Άγιου Βασίλη και τα έλκυθρα που τον σέρνουν σε όλο τον κόσμο in no time ή σε ενοχλεί διανοητικά το απίστευτο του παραμυθιού?
Σου φαίνεται δόκιμος ό όρος "μαγικά" δίπλα από τα Χριστούγεννα ή μήπως κολλάει καλύτερα το "μικροαστικά" όπως ο Άγιος Βαλεντίνος, ας πούμε. Ή η Μιμή Ντενίση.
Oh, well, εμένα μου αρέσουν τα Χριστούγεννα (και δε μου είχε αρέσει ο Κυνόδοντας, να το πούμε κι αυτό). Τα λάτρευα ως παιδάκι, τα τερμάτιζα ως single, τα υποστηρίζω στο φουλ και τώρα που είμαι μαμά. 'Ολο το σετ.
Χριστούγεννα για 'μενα είναι uplifting mood, αρκεί να μην τσιρίξει στο αυτί μου η Βανδή από κανα ηχείο.
Το μεγάλο στεφάνι στην πόρτα -φέτος πήραμε ένα από fleece, φουσκωτό, εντελώς αστείο- το δέντρο μούμια από την στρατιά των (όχι πολύχρωμων) φώτων, το γράμμα προς τον ένα και μοναδικό παραλήπτη που δε θα το διαβάσει ποτέ.
Οι αφορμές για βόλτες που είναι αστείρευτες - στα μαγαζιά με jingle bells, στα σπίτια φίλων για να στολίσουμε (και καλά), για να φτιάξουμε κουλουράκια με τα παιδιά (και καλά x2, για να φάμε τα αγοραστά μελομακάρονα επί της ουσίας), για να υψώσουμε τα κολωνάτα ποτήρια, να σκουπιστούμε με τις κατακόκκινες χαρτοπετσέτες, να φτιάξουμε κανα μαλλί με σίδερο.
Τα δώρα, τα μικρά, τα οικονομικά, τα επαναλαμβανόμενα, δεν έχει σημασία, αρκεί να είναι τυλιγμένα στην έκπληξη. Ο θόρυβος που κάνει το χαρτί όταν το σκίζεις, τα μάτια τα παιδικά -πλέον- που στραφταλίζουν με έξαψη, το χαμόγελο που τραβιέται μέχρι τα αυτιά, οι αγκαλιές που σφίγγουν σαν βόες, τα μάτια τα δικά μου που βουρκώνουν.
Τόση πολλή αγάπη, σε τόσες λίγες μέρες είναι υποκριτική? Μπορεί. Σημασία έχει ότι μέσα σε αυτό τον τυφώνα της υποκρισίας συμπαρασύρονται και κάποιοι που τον έχουν ανάγκη, που ίσως ξεχάστηκαν, ή δεν προσπάθησαν ή δεν ήταν τυχεροί. Το αποτέλεσμα μετράει, στη συνέχεια παίζεις μπάλα μόνος σου. Αν έδωσες μια φορά, πίστεψέ με, θα ξαναδώσεις.
Και μέσα σε όλο αυτό το γκλίτερ τη βλέπω και τη σπίθα της μελαγχολίας. Και την κατανοώ, από ανθρώπους που έχουν χάσει ή δε βρίσκονται κοντά σε πρόσωπα αγαπημένα. Όλο αυτό το πάρτυ έχει νόημα αν έρθουν όλοι σου οι καλεσμένοι, δεν έχω καμία ένσταση εκεί και το σιχτίρι για τις γιορτές το δέχομαι άνευ όρων.
Επειδή είμαι στην προνομιούχα θέση να τους έχω όλους γύρω μου καλά, θα μπλεχτώ μέσα σε αυτή την παραισθησιογόνα ζάλη ξανά. Με δυσκολότερα τα οικονομικά, με αβέβαια τα επαγγελματικά, με σκοτεινό το μέλλον. Και επειδή τα περσινά Χριστούγεννα ήμουν η κατάθλιψη προσωποποιημένη σε λεχώνα, θα το πληρώσουν τα φετεινά.
Και από Γενάρη βλέπουμε.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)