13.2.13
Παντού να σκορπίζεις ένα κάποιο φως.
Είμαι στη φάση που πάει, πέρασαν κι αυτά τα γενέθλια και τί ωραία που ήταν, χόρεψα και ήπια και αγκαλιάστηκα, όλα εξαιρετικά, μάζεψα πολλά δώρα μπλα μπλα και δεν κάνω κανενός είδους ανασκόπηση τύπου "τότε που τα σπάγαμε όλα, που δεν ήμουν μαμά, που δεν γυρνούσα στο σπίτι αν δεν ξημέρωνε". Δεν θυμάμαι πώς ήταν τα γενέθλιά μου πριν εφτά χρόνια, πραγματικά.
Αυτά που θυμάμαι είναι τα "παιδικά", τα "σχολικά", τότε που πήγαινα τούρτες παντού, στο σχολείο, στο φροντιστήριο, στο ωδείο, μόνο τις κυρίες που περίμεναν στη στάση του λεωφορείου δεν κερνούσα τελικά, τότε που στο σπίτι ήταν μεγάλο θέμα, που η μαμά κι ο μπαμπάς μου είχαν σαν ιερό καθήκον να μου ευχηθούν ακριβώς 10 παρά 5 το πρωί, και τότε που πεταγόμουν αυτονόητα μέσα στο μάθημα των Αρχαίων και φώναζα "Κυρία Τάδε στοπ, ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΤΑ". Τόσο θράσος, τέτοιες απαιτήσεις.
Γιόρταζα πάντα τα γενέθλια μου με τη λογική του "Yeap, it's a BIG fucking DEAL", έτσι με έμαθαν να κάνω οι γονείς μου, με πάρτυ με όλα τα παιδάκια από την τάξη, με αστείρευτη αγάπη και με καινούργιο φόρεμα. Ωραίες αναμνήσεις, ωραίο μοτίβο, αυτό θέλω κι εγώ να συνεχίσω στα δικά μου τα παιδιά.
Τους λέω κάθε χρόνο τί συνέβη τη μέρα που γεννήθηκαν, τί καιρό είχε και πόσοι πολλοί άνθρωποι έτρεξαν να τα δουν να ζαρώνουν στα μαιευτικά πυρεξάκια τους, πώς μου έδωσαν το σινιάλο να φύγω για το μαιευτήριο, τί έκανε ο μπαμπάς τους ειδικά στον πρώτο που δεν ήξερε τί τον περιμένει, πόσο πολύ έκλαψα από χαρά όταν ακούμπησαν στο στήθος μου.
Τα γενέθλια εκτός από party time είναι μια μοναδική μέρα του χρόνου που τόσο αυτονόητα μπορούν να σε πιάσουν υπαρξιακά, τα δάκρυα χαράς να μπλεχτούν με έντονης συγκίνησης για όσα έρχονται, η σύνδεση με τους γονείς να είναι τόσο απόλυτη, φορτισμένη, ηλεκτρική, και αυτοί οι άνθρωποι που σου δημιούργησαν τα πιο υπέροχα, εξαντλητικά γλυκά, αξέχαστα γενέθλια της ζωής σου να τους κοιτάς μέσα σε όλο αυτό το σούσουρο, στα 37 σου χρόνια, με δύο παιδιά και τσικ, η καρδιά σου να τσιμπάει.
Πόσο περίεργο αυτό και ίσως λίγο κάπως θλιβερό, moi, ο birthday person να κοιτάζω πίσω και να βλέπω τη μαμά μου με τα πιο υπέροχα ταγιέρ από τον Polatof - πουά λευκό πράσινο μεσάτο σακάκι και ριγέ λευκή πράσινη pencil skirt με μυτερά killer heels - και το μαλλί μπόμπα, τον μπαμπά μου το μεγαλύτερο γόη των μπαμπάδων της τάξης, που ερχόταν στο σχολείο και τα έκανε όλα πουτάνα για την πάρτη μου (φούσκωνα από περηφάνια κάθε φορά) να χειροκροτάνε με ενθουσιασμό πάνω από την πιο φανταστική τούρτα του κόσμου και τώρα να τον μαλώνω για τις εξετάσεις που δεν έχει πάει να κάνει, ότι φαίνεται καταβεβλημένος, η μαμά μου να κουνάει το κεφάλι με συγκατάβαση, να τραβάει καρέκλα για να κάτσει, πάνω από τη φετινή πιο φανταστική τούρτα του κόσμου.
'Ετσι είναι φιλενάς το γενέθλιο. Δεν μεγαλώνεις μόνη σου. Που να δεις όταν πάνω από την τούρτα σου θα σκύβουν δύο που θα αποκαλείς για πάντα "παιδιά" με ένα ποτήρι ουίσκυ με πάγο στο χέρι και θα γέρνει και η δική σου η ζυγαριά από το βάρος.
Μέχρι τότε κέφι χορός μπριο.
Έτσι όπως η μαμά μου κι ο μπαμπάς μου μού έχουν χαρίσει ανεπανάληπτα - κάθε χρόνο - γενέθλια που έχουν με ευκολιά σβήσει τόσα και τόσα άλλα, έτσι θα γιορτάζω κι εγώ των παιδιών μου. 'Οσο, όπως, περισσότερο μπορώ, like it's a big fucking deal.
Απλά να ξέρετε, δεν βάζω χάρτινα τριγωνικά καπελάκια, δεν κάνω τίποτα χειροποίητο και ειλικρινά, δεν υπερβάλλω με τα δώρα. Αλλά αν θέλουν την ώρα που έρχεται η τούρτα να χορέψουμε gangnam style, ματημπαναγία θα το κάνω (ευτυχώς ο W.δεν ξέρει να διαβάζει ακόμα, μην του το σφυρίξει κανείς μια μαλακία γράψαμε.)
πι.ες: επειδή ακριβώς το κάνω θέμα έχω γενέθλια εδώ κι εδώ, και χμ, απ'ότι βλέπω σε άλλο μουντ κάθε χρονιά.
πι.ες: η τούρτα είναι από τα χεράκια της Τζούλιας, εκείνης της τρελής με τα πουά.
8.2.13
Φόβοι.
Έχουμε πάρει αυτό το κρεβάτι IKEA το ημίψηλο, έχουμε φτιάξει από κάτω κουρτίνα από τζην ύφασμα, κόψιμο για πόρτα που τυλίγεται προς τα πάνω με κορδέλα και δύο παραθυράκια με πολύχρωμα ριγέ ρέλια.
Κάτω υποτίθεται ότι κοιμάται η Χλόη όταν δεν έρχεται στο κρεβάτι μας και πάνω υποτίθεται ο Βάλτερ όταν δεν κάνει τα ίδια και χειρότερα.
Γενικώς εμείς και ο ύπνος κουλουβάχατα, οπότε στην προσπάθειά μου να "εκπαιδεύσω" (γελάστε άφοβα) τα παιδιά κάπως να γίνει να κοιμούνται αν όχι μόνα τους, τουλάχιστον στα κρεβάτια τους, έχω ξαπλώσει και εγώ εκεί από κάτω μαζί με 3 κούκλες, 2 πιπίλες, ό,τι πάτσγουορκ μαξιλαράκι έχει φέρει το Zara και μια υδρόγειο σφαίρα με φως.
Σε αυτό λοιπόν το σκηνικό αρχίζουμε την πάρλα.
- Μαμά, φοβάμαι το σκοτάδι (Β)
- Το ξέρω, κι εγώ το φοβόμουν μικρή. Αλλά τώρα έχουμε λίγο φως. Και είμαστε όλοι μαζί.
- Και πάλι το φοβάμαι. Εσύ όταν μεγάλωσες σταμάτησες;
- Ναι, αλλά το πάλεψα λίγο. Έκανα ασκήσεις θάρρους.
- Τί άλλο φοβάσαι;
- Δεν φοβάμαι κάτι. Μάλλον.
- Δεν μπορεί. Σκέψου. Εσύ Κλο;
- Εμμμ, τις αρά(χ)νες. Εν φοβάμαι τα φίδια.
- Χαχαχα, η Χλόη φοβάται τις αράχνες. Μην τις φοβάσαι, πλέκουν τα πιο όμορφα φορέματα. Τα φαντάσματα; 'Οταν σου κάνω ουουουουου, δεν φοβάσαι;
- Ναι, ναι και το φάνανα. Oυουουουυ (X) + όλοι μαζί.
- Μαμά σκέφτηκες;
- Χμμμ... τα ύψη.
- Δηλαδή;
- Δηλαδή αν είμαι στην άκρη ενός πολύ πολύ ψηλού μπαλκονιού και κοιτάω κάτω ιδρώνουν οι παλάμες μου.
- Φοβάσαι μην πέσεις;
- Ναι, κάπως.
- Αφού έχει κάγκελα.
- Έχεις δίκιο, αλλά δεν μπορώ να το ελέγξω.
- Βλακείες μου λες, από πράγματα, πες μου τί φοβάσαι από άλλα πράγματα.
- Να, τα ποντίκια. Δηλαδή δεν ξέρω αν τα φοβάμαι, αλλά αν έμπαινε τώρα ένα κάτω από το πάπλωμα θα την άκουγα λίγο.
- Τα ποντίκια είναι ζώα. Και οι κατσαρίδες είναι έντομα. Εγώ ξέρω τί φοβάσαι.
- Ε, πες μου, μπορεί να μην το έχω σκεφτεί.
- Φοβάσαι μην πεθάνεις. Αυτό φοβάσαι.
Αν ακούσει κανείς ότι γυρίζεται Sixth Sense the sequel, παρακαλώ πείτε μου, έχω να στείλω ένα όμορφο αγοράκι για casting.
Κάτω υποτίθεται ότι κοιμάται η Χλόη όταν δεν έρχεται στο κρεβάτι μας και πάνω υποτίθεται ο Βάλτερ όταν δεν κάνει τα ίδια και χειρότερα.
Γενικώς εμείς και ο ύπνος κουλουβάχατα, οπότε στην προσπάθειά μου να "εκπαιδεύσω" (γελάστε άφοβα) τα παιδιά κάπως να γίνει να κοιμούνται αν όχι μόνα τους, τουλάχιστον στα κρεβάτια τους, έχω ξαπλώσει και εγώ εκεί από κάτω μαζί με 3 κούκλες, 2 πιπίλες, ό,τι πάτσγουορκ μαξιλαράκι έχει φέρει το Zara και μια υδρόγειο σφαίρα με φως.
Σε αυτό λοιπόν το σκηνικό αρχίζουμε την πάρλα.
- Μαμά, φοβάμαι το σκοτάδι (Β)
- Το ξέρω, κι εγώ το φοβόμουν μικρή. Αλλά τώρα έχουμε λίγο φως. Και είμαστε όλοι μαζί.
- Και πάλι το φοβάμαι. Εσύ όταν μεγάλωσες σταμάτησες;
- Ναι, αλλά το πάλεψα λίγο. Έκανα ασκήσεις θάρρους.
- Τί άλλο φοβάσαι;
- Δεν φοβάμαι κάτι. Μάλλον.
- Δεν μπορεί. Σκέψου. Εσύ Κλο;
- Εμμμ, τις αρά(χ)νες. Εν φοβάμαι τα φίδια.
- Χαχαχα, η Χλόη φοβάται τις αράχνες. Μην τις φοβάσαι, πλέκουν τα πιο όμορφα φορέματα. Τα φαντάσματα; 'Οταν σου κάνω ουουουουου, δεν φοβάσαι;
- Ναι, ναι και το φάνανα. Oυουουουυ (X) + όλοι μαζί.
- Μαμά σκέφτηκες;
- Χμμμ... τα ύψη.
- Δηλαδή;
- Δηλαδή αν είμαι στην άκρη ενός πολύ πολύ ψηλού μπαλκονιού και κοιτάω κάτω ιδρώνουν οι παλάμες μου.
- Φοβάσαι μην πέσεις;
- Ναι, κάπως.
- Αφού έχει κάγκελα.
- Έχεις δίκιο, αλλά δεν μπορώ να το ελέγξω.
- Βλακείες μου λες, από πράγματα, πες μου τί φοβάσαι από άλλα πράγματα.
- Να, τα ποντίκια. Δηλαδή δεν ξέρω αν τα φοβάμαι, αλλά αν έμπαινε τώρα ένα κάτω από το πάπλωμα θα την άκουγα λίγο.
- Τα ποντίκια είναι ζώα. Και οι κατσαρίδες είναι έντομα. Εγώ ξέρω τί φοβάσαι.
- Ε, πες μου, μπορεί να μην το έχω σκεφτεί.
- Φοβάσαι μην πεθάνεις. Αυτό φοβάσαι.
Αν ακούσει κανείς ότι γυρίζεται Sixth Sense the sequel, παρακαλώ πείτε μου, έχω να στείλω ένα όμορφο αγοράκι για casting.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)