31.12.11

Έτσι την είδα φέτος.

Είναι παραμονή Χριστουγέννων βράδυ και δεν φοράω καν ολοκαίνουργιες πυζάμες.
'Εχω κάνει μάσκα βαθιάς ενυδάτωσης και λάμψης, το laptop και το δέντρο φωτίζουν το σαλόνι, μπροστά μου είναι ανοιχτά 2-3 περιοδικά ενώ διαβάζω λίγο από βιβλίο που δε σας λέω ποιό για να μην μου πείτε χέσε μας και καλά, και ακούω χαλί λίγο Love lies, λίγο Born to die, λίγο δεν θυμάμαι, λίγο δεν προσέχω.
Ξαναλέω.  Είναι παραμονή Χριστουγέννων.  Ο άντρας μου δουλεύει, είμαι μόνη στην ησυχία της νύχτας, ξαναλέω, φοράω πυζάμες και φιλάω στα κλεφτά παιδιά που κοιμούνται.  Και είμαι καλά.
Δεν έχω φτιάξει μαλλί, δεν έχω ξεθάψει τα δωδεκάποντα και δεν κρατάω στο χέρι ποτήρι με αλκοόλι.
Και νυστάζω και είμαι κουρασμένη και η μόνη χριστουγεννιάτικη ευχή είναι αυτό το βράδυ να μην ξυπνήσει η Χλόη γιατί με πονάει ο αυχένας μου και γιατί ο μεγάλος αδερφός θα πεταχτεί το πρωί με ελατήριο να ανοίξει τα δώρα.
Την επόμενη το μεσημέρι γιορτάζει πολύ ο μπαμπάς μου και λίγο η κόρη μου και θα φάμε στο σπίτι των γονιών μου.  Φοράω μουσταρδί, πλισέ φόρεμα και κατακόκκινο κραγιόν.  Κουβαλάμε δώρα και αγοράζουμε από τον Πετρίδη ένα to die for χριστουγεννιάτικο μπουκέτο.  Είναι μάλλον η πρώτη φορά που πηγαίνω σε αυτό το γεύμα καλοντυμένη και όχι ρετάλι από το προηγούμενο βράδυ.
Τρώμε συγκλονιστικά.  Εντάξει, κάποια φαγητά η μαμά μου τα απογειώνει, να το πούμε αυτό - μαμά διάβασε και καμια φορά το μπλογκ που όλο παράπονα είσαι, δεν βλάπτει.
Χοιρινό με δαμάσκηνα και καστανό ρύζι με κουκουνάρι και σταφίδες, μικρές πατάτες φούρνου που δεν έχεις ξαναφάει, τυριά τύφλα να 'χει το ψυγείο του Βασιλόπουλου και τούρτες με καφέ και κρεμ πατισερί, πόσο πολύ ξαναπεινάω τώρα.
Στο τέλος της ημέρας οι γονείς την ακούνε με Χούλιο Ιγκλέσιας στο cd και εγώ χορεύω.  Μόνη μου.  Μπροστά από την τραπεζαρία.  Με μουσταρδί φόρεμα (ακούγεται κάπως, αλλά μα το θεό μου πήγαινε τρελά), κατακόκκινο κραγιόν και Χούλιο Ιγκλέσιας.  Κάνω όλο στροφές καλύτερα από δερβίση γιατί ο Βάλτερ ξεκαρδίζεται, πίνουμε Asti, φωτογραφίζουμε τα παιδιά με τους παππούδες σε όλες τις πιθανές πόζες, γυρνάμε σπίτι στις επτά και μισή, κοιμούνται, βλέπουμε dvd, είμαι για κάποιο λόγο πάρα, μα πάρα, πολύ χαρούμενη.
Παραμονή Χριστουγέννων και ανήμερα.
Μάλλον λίγο μεγάλωσα, λίγο βαρέθηκα, λίγο έγινα μαμά, λίγο έβαλα τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση.  Και όλα αυτά μαζί.
Αυτό είναι το τελευταίο πόστ για το 11.  Και τόσο αυθόρμητα, συνοψίζει όλη μου τη χρονιά.  Γλυκιά, ήπια, αγαπησιάρικη, τίποτα δραματικό, καμία εξτραβαγκάντσα, τα παιδιά κυρίαρχα, η μαμά with a twist.


Το πόσταρε η Πόπη στο fb.
Αυτό ακριβώς.
Take it easy και να περάσετε μέσα σας με μεγάλη χαρά.  'Οπως γουστάρετε δηλαδή.

Σας φιλώ.

22.12.11

Έκθεση ιδεών και προσωπικότητας.

Δεν είμαι καθόλου καλή στις επετείους, τις ευχές, την απομνημόνευση ημερομηνιών, το σκρολ ντάουν στο κινητό για να ανακαλύψω με ποιούς έχω να μιλήσω 27 χρόνια αλλά την ημέρα του αγίου τους θα τους πάρω τηλέφωνο, ο κόσμος να χαλάσει.  Εννοείται ότι αν μου σκάσει το event στα μούτρα στο facebook και τον συγκεκριμένο άνθρωπο τον γνωρίζω (έχουμε πιεί και μια βότκα ρε αδερφέ), θα ευχηθώ, δεν έχω μουλαροποιηθεί τόσο.  Αλλά δεν είναι σκοπός της ζωής μου στου Κωνσταντίνου και Ελένης να ανακαλύψω κάπως την Ελενίτσα που καθόταν στο μπροστινό θρανίο στην Πέμπτη δημοτικού και να της ευχηθώ με θέρμη.  'Οσοι το κάνετε, καλά κάνετε.  Ειδικά αν το εννοείτε.  Η πιαρίστικη τυπικούρα στην πραγματικότητα δεν έχει κανένα νόημα.  Ούτε το "να τα πούμε βρε κάποια μέρα" στο τέλος του μηνύματος.
Θυμάμαι κάποιες γιορτές και κάποια γενέθλια, είτε γιατί είναι σημαντικά τα πρόσωπα για εμένα προσωπικά, είτε γιατί έχουν χτιστεί στη μνήμη μου με μπετόν αρμέ.  Με παρεξηγούν.
Και το θέμα μπλογκ ορισμένοι το βλέπουν κάπως.  Και τώρα που κλείνει η χρονιά, κάνω έναν όχι-και-τόσο-"προσωπικό" απολογισμό.  Άλλοι το κάνουν μετά από ένα χρόνο μπλόγκινγκ, μέτα από 200 ποστς, εγώ έχω κλείσει 1 χρόνο και 7 μήνες, 103 αναρτήσεις, the time is now.  Ξεκάθαρα.
Εκτός από τα διάφορα καλά που ακούω, βιώνω, διαβάζω, υπάρχει και η άποψη του "δεν μου αρέσει που εκτίθεσαι τόσο" ή "όταν διαβάζω τόσο προσωπικά πράγματα αισθάνομαι άβολα".
Καταρχήν να διευκρινίσω ότι το μπλογκ μου δεν είναι ντοκυμαντέρ.  Και κανένα μπλογκ (επώνυμο) πιστεύω πως δεν είναι.  'Ο,τι αναρτάται εμπεριέχει πάντα δόσεις συγγραφικής αδείας, και είναι σοφά επιλεγμένο.  Σαν τον πάκο με τις φωτογραφίες που δείχνεις στη μαμά σου από τις διακοπές.  Εκείνη που τρέχεις γυμνόστηθη στην παραλία αγκαλιά με τον αλλοδαπό και το joint, την έχεις καταχωνιάσει στη ντουλάπα, στο κουτί με τα παπούτσια.
Εγώ ξεκίνησα να γράφω από καθαρά προσωπική ανάγκη, πολύ απλά λατρεύω το γράψιμο (το έχω κιόλας αναλύσει, εδώ).  Είναι ένα από τα πολύ λίγα πράγματα που μ'ευχαριστούν ουσιαστικά να κάνω, μπορώ ν'αντλήσω έμπνευση από ένα χαμόγελο, ένα παράπονο, μία λέξη, ένα μπλε ρουά κορδελάκι, μια ανάμνηση από ένα αποτύπωμα στην άμμο, ακόμα και μέσα στο υπό πτώχευση γραφείο.  Κάποτε, π.Μ (προ-μητρότητας) έκανα και αυτά τα κινηματογραφικά γραψίματα μέχρι το ξημέρωμα, με λίγο κόκκινο κρασί και πολλές ωραίες μουσικές, πάνε τώρα αυτά δυστυχώς.
Τώρα όμως, μέσα από αυτό το μπλογκ, ένιωσα ότι είχα πράγματα να πω, σημαντικά αλλά και ταυτόχρονα ανώδυνα, ιστοριούλες που δε φοβάμαι, αλλά μου αρέσει να τις εκθέσω, να προκαλέσω αντίδραση, να ανοίξω κουβέντα, να νιώσω επαφή.  Δεν αισθάνομαι καθόλου μα καθόλου ότι βοηθάω, άλλωστε υπάρχουν άλλα μαμαδομπλογκς πολύ καλύτερα σε αυτό. 
Αρχικά ήθελα να βοηθήσω εμένα, εκθέτωντας το χούι μου και σε άλλο κόσμο.  Ήμουν και πολύ έτοιμη για κόντρες, αλλά δεν μου έχουν κάτσει ακόμα. 
Και έπειτα συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχω αν δε μοιράζομαι.  'Οταν είμαι με τους φίλους μου (που είναι τόσοι λίγοι που δεν το πιστεύεις), μιλάω για τη ζωή μου.  Για τα παιδιά μου, για τον άντρα μου, για τα συναισθήματα μου πάνω απ'όλα.  Αν είμαι νταουνιασμένη φαίνεται στα μούτρα μου, αν είμαι χαρούμενη γελάω στα αυτιά τους τρανταχτά.  Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που τους κάνεις παρέα και για τη ζωή τους δεν ξέρεις στην πραγματικότητα τίποτα.  Βγαίνεις για καφέ, συζητάτε για την κρίση, για τους συναδέλφους στο γραφείο, αλλά για τα μέσα τους το αποφεύγουν, γυρίζεις πίσω, καλά πέρασες, αλλά όχι ουσιαστικά.  Είναι οι λίγο φλατ, οι λεγόμενοι γνωστοί που συνηθίζεται πλέον να αποκαλούνται "φίλοι".  Σεβαστή κατηγορία, αλλά δεν θα είχε ποτέ επώνυμο μπλογκ, θα έγραφε στανταράκι με κωδικούς, αρχικά και νικνέιμς (δε μιλάω για όλους όσους γράφουν ανώνυμα, ελπίζω ότι συνεννοούμαστε).
Μπορεί να εκτίθεμαι όταν λέω πώς χορεύω με το γιο μου, πόσο καρδιοχτύπησα για την κόρη μου, πόσο αγαπάω την οικογένεια μου, πόσο δεν μπορώ να συντονιστώ με τις μονοδιάστατες μαμάδες.  Αλλά ξέρεις κάτι?  Δε με νοιάζει.  Θέλω.  Πίστεψέ με, αυτό που δε θέλω το ξέρουν μόνο εκείνοι οι τόσο λίγοι που δε φανταζεσαι.
Και μ'έχει εκτιμήσει τόσος κόσμος μέσα από αυτό, που αισθάνομαι ψώνιο και μόνο που το γράφω.
Αυτά από το υπό πτώχευση γραφείο.  Παραλήρημα όβερ.
Συνεχίστε με ό,τι κάνατε.  Πόσο σίγουρη ότι τώρα το έχετε διακόψει.  Πόσο #psonio.

21.12.11

Βοήθεια, συμπόνια και άλλα Χριστουγεννιάτικα έθιμα.

Σήμερα πήγα να πάρω δώρο στο βαφτιστήρι μου - ένα πατίνι.
Παράλληλα παρασύρθηκα εννοείται, πήρα και κάτι για την Κλο να το βάλουμε στο δέντρο, δύο ζευγάρια καλσόν (πάλι για εκείνη εννοείται, i don't do dresses) το 20ο παζλ για τον W., μία άχρηστη μπούρδα για το σπίτι και δύο πηρούνια - ναι, τα παίρνουμε λίγα λίγα.
Κουβαλώντας, βαρύ το πατίνι αλλά έκανε μεγάλο εφέ χριστουγεννιάτικου ψώνιου, ανάμεσα σε θεατρικά δρώμενα, πολύχρωμα συντριβάνια, σπιτάκια με ξωτικά και γιρλάντες χρυσαφιές μου ήρθε ένα τίναγμα σαν από ηλεκτροσόκ, να δώσω μία δυνατή κλωτσιά στις σακούλες και να τις εξαφανίσω στο υπερπέραν.  Και μετά να σκάψω και ένα λαγούμι να χωθώ μέχρι να ξεχάσω τα έξοδα που κάνω.
Είναι αυτές οι εικόνες των παιδιών που τα κοιμίζουν στα πεζοδρόμια ζητιανεύοντας, με τα μπιμπερόν γεμάτα με κάτι πολύχρωμα υγρά και την ανεμελιά να θολώνει στο μωρουδίστικο βλέμμα, που μου στοιχειώνουν τις μέρες και τις νύχτες.  Και όχι μόνο τις γιορτινές.
Κάθε μέρα με κάτι το μυαλό μου θα φύγει.  Θα δω, θα διαβάσω, θα ακούσω, δεν υπάρχει μέρα που ένα κομματάκι της καρδιάς μου να μην κάνει κρακ κρακ από μία αποτύπωση παιδικής δυστυχίας, κακοποίησης, κακοτυχίας, ταπείνωσης, παραλογισμού.
Και να 'μαι εγώ να περπατάω γρήγορα στην Ερμού για πολύ σοβαρό λόγο κυρίες και κύριοι, για να αγοράσω ένα γαμημένο μολύβι φρυδιών, και να είναι την ίδια ώρα και στιγμή στο πλάι μου η μάνα, κουρελιασμένη, εξαθλιωμένη, με το μωρό να κουλουριάζεται δίπλα της και να κουτρουβαλάει, με δάκρυα στεγνωμένα στα μάτια και μύξες, λεκέδες στο πρόσωπο και να αισθάνομαι ένας πολύ μικρός άνθρωπος.
Τόσος δα.
Σήμερα στο facebook είπαμε πολύ λίγα επί του θέματος, όχι άλλες δακρύβρεχτες ιστορίες, όχι μόνο τα Χριστούγεννα.  Ναι, τώρα οι αντιθέσεις είναι πιο έντονες και τα οξύμωρα όσο ποτέ άλλοτε παρόντα, αλλά τώρα είναι απλά και μόνο η αφορμή για να γυρίσουμε πίσω κάτι από όλη αυτή την αφθονία που μας καταβροχθίζει.  Ναι, εκείνη μας καταβροχθίζει, όχι το ανάποδο.  Και κάνει την πέτσα μας χοντρή και το μυαλό μας να βρωμάει σαν κλούβιο αυγό.
Φίλε, ξαναλέω, δεν την παλεύω τώρα που έγινα μάνα.  Εντάξει, ήμουν πολύ ευαίσθητη, αλλά έχω πάθει ζημιά.
Για πάμε να ξεκουνιόμαστε λίγο.
Να κάνουμε αυτά τα Χριστούγεννα την αρχή, και ας είναι τόσο ρομαντικό σαν σκέψη, που τερματίζει και την ιστορία του αιώνιου έρωτα του Ρωμαίου με την Ιουλιέτα.   
Εγώ, πολύ ξεκάθαρα σας το λέω, το βρίσκω χυδαίο και αρρωστημένο να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια γιατί τα δικά μας τα παιδιά έχουν καθαρά ρούχα, καινούργια παιχνίδια και καλομαγειρεμένο φαγητό.
Είναι για κάτι ανθρωπάκια... να, τόσο δα μικρά.  Διαλέξτε μέγεθος.

κλεμμένο από την Φραγκίσκα:
Three passions, simple but overwhelmingly strong, have governed my life: the longing for love, the search for knowledge, and unbearable pity for the suffering of mankind (Bertrand Russell).

14.12.11

People are strange (και εγώ χειρότερη)

Είναι μερικές φορές που ο κωλοπαιδισμός του γιου μου με ξεπερνά.

Που μέσα μου ξέρω ότι όποια μανούβρα και αν κάνω, θα τρακάρουμε.
Σε κάποιες φάσεις λοιπόν είμαι ανένδοτη, σε κάποιες υποχωρητική, εξαρτάται από τις περιστάσεις, το δημόσιο του χώρου, τα φύλλα που μασάω τί μου λένε - μέγα λάθος, αλλά δεν είπα ότι είμαι αλάνθαστη.
Είναι βράδυ, έχουμε γυρίσει από σούπερ φαν κατάσταση και ο κόσμος στο δρόμο είναι λιγοστός, σχεδόν ανύπαρκτος. Ο γιος μου μουλαρώνει μυστήρια, θέλει ποπ κορν, θέλει σοκολάτα, κάτι θέλει από την γωνιακή έβγα (που να σημειώσω ότι είναι τελείως τρισάθλια και είμαι σίγουρη ότι ακόμα και τα νερά είναι ληγμένα), η λογική, χαμηλόφωνη εξήγηση - αυτό το επιστημονικό που λυγίζεις για να είσαι στο ύψος του μπας και συνεννοηθείτε - δεν τον αφορά καθόλου, κάνει ψοφόκρυο, με πιάνει εκνευρισμός. Αποφασίζω ότι θα είμαι ανένδοτη, έχουμε φάει 7 κιλά μπούρδες όλο το απόγευμα και αυτό το θέλω-κάτι-και-το-θέλω-τώρα σαν συμπεριφορά μου ανακατεύει λίγο το στομάχι.
Παλεύουμε. Όχι κυριολεκτικά, εννοείται. Τσεκάρω τις δυνάμεις μου, τα όρια μου, του δίνω διορία μικρή να σταματήσει, με γράφει κανονικά.  Τον παίρνω αγκαλιά να ανεβούμε στο σπίτι, εκεί αρχίζει (αναμενόμενο) το μονόπρακτο δράμα, έχω την αίσθηση ότι πετιέται κόσμος στους δρόμους για να με τσεκάρει, να με αποδοκιμάσει, να συμπονέσει τον μικρούλι ομορφούλι που έπεσε στα χέρια αυτής της σκύλας.  Πρέπει να με ζώνουν οι παραισθήσεις, αλλά σου λέω μία κυρία βγήκε από το φαρμακείο, είμαι σίγουρη.
Φτάνοντας στο σπίτι, μία άλλη μαμά ανηφορίζει κρατώντας από το χέρι ένα φαινομενικά πανήσυχο 4χρονο αγοράκι.  Σκέφτομαι ότι αν μου πει εξυπναδούλα απλά θα της ρίξω κουτουλιά για να έχει περισσότερο ακόμα σασπένς η φάση.  Κοντοστέκεται.  Χαμογελάει γλυκά στον Βάλτερ και μου σφίγγει για ένα δευτερόλεπτο το μπράτσο, σαν να με χαϊδεύει, σαν να μου λέει σε καταλαβαίνω, κουράγιο, όλα καλά.  Πόσο με αποφόρτισε αυτή η χειρονομία.  Πόσο την έχω στο μυαλό μου, πόσο πολύ την εκτίμησα.
(κάτι τέτοιο είχε ποστάρει και η Στέλλα στο koilitsa.com, ισχύει).

Χθες το πρωί, πριν το γραφείο, έχω πάει με την κόρη μου σούπερ μάρκετ με καρότσι.  Αυτή ήταν η καλή πράξη του μήνα γιατί εκεί που λες ναι μωρέ, το 'χουμε, δυο πραγματάκια θα πάρω, σουλατσάρω λίγο περισσότερο στους διαδρόμους, γεμίζω με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις το καλάθι, πετάγομαι και λίγο απέναντι στα Βιολογικά και λίγο δίπλα στο φούρνο, φορτώνομαι αδικαιολόγητα για την περίσταση και γυρίζω φορτωμένη με ένα καρότσι που δε λέει για extreme sports.  Το έχει τερματίσει ο Βάλτερ και η μπροστινή ρόδα συνεργάζεται μόνο όταν εκείνη γουστάρει.  Τη συγκεκριμένη μέρα δεν είχε κέφια.
Για να μπω στο σπίτι έχει τρία μεγάλα σκαλιά και μέσα μία κανονική, μεγάλη σκάλα.  Αρχίζω να ξεφορτώνω το καρότσι, ανοίγει η πόρτα.  Βγαίνει ο από πάνω.  Φαντάσου τον μέχρι 40 χρονών, με ένα τεράστιο σκύλο που του κάνουμε πάντα χαρές (του σκύλου, εκείνη την ώρα δεν τον είχε μαζί του), με γκόμενα, με ύφος κάποιος είμαι αλλά θα σου πω άλλη στιγμή και με πρόβλημα στις φωνητικές χορδές.  Προφανώς, αφού δεν έχει πει ποτέ καλημέρα.  Ούτε κι εγώ.
Μου ρίχνει βλέφαρο για ένα δευτερόλεπτο, τραβάει την πόρτα πίσω του, κάνει διασκελισμό πάνω από το καρότσι και εξαφανίζεται νομίζοντας ότι είναι ο Ryan Gossling τουλάχιστον.
Ο κύριος που καθαρίζει την πολυκατοικία πετάει τη σφουγγαρίστρα έκπληκτος και μου κάνει όλη τη δουλειά - κουβαλάει σακούλες, με βοηθάει να σηκώσουμε την πριγκήπισσα της Ζαμούντα, είναι διακριτικός στις απαντήσεις του για το "πόσο μαλάκας είναι αυτός ο από πάνω."
Και αυτός με αποφορτίζει.  Αλλά με τον άλλο, δεν έχουμε τελειώσει ακόμα.  Τώρα που βγήκε υγρασία στο ταβάνι του σαλονιού φίλε, θα σε γονατίσω.  Θα πάρω και την κυρία Σούλα την από κάτω στην ομάδα μου, 75 χρονών, χήρα, καραφλή, θα της πασάρω το τηλέφωνό σου, θα την ψήσω ότι το πρόβλημα θα γιγαντωθεί οσονούπω και θα φτιάχνω ποπ κορν στο microwave για να παρακολουθώ τις εξελίξεις.  Άσε που απ'ότι ακούω δεν κάνεις και καλό sex.
Την καλημέρα μου.   

6.12.11

Χριστούγεννα είναι. Και δεν είναι.

Και αρχίζει το ντιμπέιτ.
Ντιμπέιτ έχει γίνει βέβαια στις μέρες μας, που όλοι την έχουμε ακούσει λίγο πιο εναλλακτικά, λίγο πιο αποστασιοποιημένα, λίγο πιο καταθλιπτικά-από-άποψη, λίγο κόντρα στο ρεύμα γιατί μπορώ.
Μπορείς ή δεν μπορείς τα Χριστούγεννα?
Την παλεύεις με την ιστορία του Άγιου Βασίλη και τα έλκυθρα που τον σέρνουν σε όλο τον κόσμο in no time ή σε ενοχλεί διανοητικά το απίστευτο του παραμυθιού?
Σου φαίνεται δόκιμος ό όρος "μαγικά" δίπλα από τα Χριστούγεννα ή μήπως κολλάει καλύτερα το "μικροαστικά" όπως ο Άγιος Βαλεντίνος, ας πούμε.  Ή η Μιμή Ντενίση.
Oh, well, εμένα μου αρέσουν τα Χριστούγεννα (και δε μου είχε αρέσει ο Κυνόδοντας, να το πούμε κι αυτό).  Τα λάτρευα ως παιδάκι, τα τερμάτιζα ως single, τα υποστηρίζω στο φουλ και τώρα που είμαι μαμά.  'Ολο το σετ. 
Χριστούγεννα για 'μενα είναι uplifting mood, αρκεί να μην τσιρίξει στο αυτί μου η Βανδή από κανα ηχείο. 
Το μεγάλο στεφάνι στην πόρτα -φέτος πήραμε ένα από fleece, φουσκωτό, εντελώς αστείο- το δέντρο μούμια από την στρατιά των (όχι πολύχρωμων) φώτων, το γράμμα προς τον ένα και μοναδικό παραλήπτη που δε θα το διαβάσει ποτέ.
Οι αφορμές για βόλτες που είναι αστείρευτες - στα μαγαζιά με jingle bells, στα σπίτια φίλων για να στολίσουμε (και καλά), για να φτιάξουμε κουλουράκια με τα παιδιά (και καλά x2, για να φάμε τα αγοραστά μελομακάρονα επί της ουσίας), για να υψώσουμε τα κολωνάτα ποτήρια, να σκουπιστούμε με τις κατακόκκινες χαρτοπετσέτες, να φτιάξουμε κανα μαλλί με σίδερο.
Τα δώρα, τα μικρά, τα οικονομικά, τα επαναλαμβανόμενα, δεν έχει σημασία, αρκεί να είναι τυλιγμένα στην έκπληξη.  Ο θόρυβος που κάνει το χαρτί όταν το σκίζεις, τα μάτια τα παιδικά -πλέον- που στραφταλίζουν με έξαψη, το χαμόγελο που τραβιέται μέχρι τα αυτιά, οι αγκαλιές που σφίγγουν σαν βόες, τα μάτια τα δικά μου που βουρκώνουν.
Τόση πολλή αγάπη, σε τόσες λίγες μέρες είναι υποκριτική?  Μπορεί.  Σημασία έχει ότι μέσα σε αυτό τον τυφώνα της υποκρισίας συμπαρασύρονται και κάποιοι που τον έχουν ανάγκη, που ίσως ξεχάστηκαν, ή δεν προσπάθησαν ή δεν ήταν τυχεροί.  Το αποτέλεσμα μετράει, στη συνέχεια παίζεις μπάλα μόνος σου.  Αν έδωσες μια φορά, πίστεψέ με, θα ξαναδώσεις.
Και μέσα σε όλο αυτό το γκλίτερ τη βλέπω και τη σπίθα της μελαγχολίας.  Και την κατανοώ, από ανθρώπους που έχουν χάσει ή δε βρίσκονται κοντά σε πρόσωπα αγαπημένα.  Όλο αυτό το πάρτυ έχει νόημα αν έρθουν όλοι σου οι καλεσμένοι, δεν έχω καμία ένσταση εκεί και το σιχτίρι για τις γιορτές το δέχομαι άνευ όρων.
Επειδή είμαι στην προνομιούχα θέση να τους έχω όλους γύρω μου καλά, θα μπλεχτώ μέσα σε αυτή την παραισθησιογόνα ζάλη ξανά.  Με δυσκολότερα τα οικονομικά, με αβέβαια τα επαγγελματικά, με σκοτεινό το μέλλον.  Και επειδή τα περσινά Χριστούγεννα ήμουν η κατάθλιψη προσωποποιημένη σε λεχώνα, θα το πληρώσουν τα φετεινά.
Και από Γενάρη βλέπουμε.

30.11.11

'Ενα.


Σήμερα, μέχρι τώρα που γράφω αυτό το ποστ, δούλεψα άλλη μία μέρα περιμένοντας την πληρωμή του μισθού που δεν ήρθε ποτέ .
Σήμερα, γύρισα σπίτι με το κεφάλι βαρύ, αγχωμένο για το μήνα που φεύγει, τη διάθεση απαισιόδοξη για τα χρήματα που δε φαίνεται να έρχονται, την αηδία για τους διανοητικά μικρούς και τους ηθικά ανάπηρους που μας "ορίζουν", την καυτή επιθυμία να φωνάξω πόσο πολύ δε με νοιάζει.
Πέρυσι, σχεδόν τέτοια μέρα κάποιες ώρες πριν, έγραψα μία από τις αναρτήσεις που με αγγίζει πιο πολύ: Δυο κουβέντες γυναικείες.
Πέρυσι, τέτοια μέρα, μια τεράστια αρτίστα προετοιμαζόταν για την παγκόσμια πρώτη στο σανίδι της ζωής.  Τεντωνόταν δειλά δειλά για να τσεκάρει τί επιτέλους γινόταν πίσω από την κουρτίνα - ναι, αυτό ήταν ένα κοινό που μπορούσε άνετα να κατακτήσει. 
Τη μεγαλύτερη μέρα του Νοέμβρη, για εμένα.  Την ημέρα της τελικής ημερομηνίας του πιθανού τοκετού.
Σήμερα, ήθελα να κάνω λίγο άλλα.  Ήθελα να κλείσω για λίγο τα μάτια και να ταξιδέψω στο πέρυσι, ήθελα να χαζέψω baby girl styling, ήθελα να τουιτάρω όλη μέρα για μια γκλιτεράτη #mamadoevdomada, ήθελα να έχω αγοράσει ένα μπλουζάκι να βάλω και εγώ στο "πάρτυ" έτσι, για να γουστάρω στα γεράματα.  Στην πραγματικότητα έβρισα πολύ κόσμο, ξαναμάσησα με τους συναδέλφους μου τα ίδια αλλά με περισσότερο σθένος και σαρκαστικό γέλιο, αναρωτήθηκα τί έκανα εγώ εκεί... και γιατί, κοίταξα με γερακίσιο βλέμμα να βρω το φως στο βάθος του τούνελ αλλά μάταια, μ'έπιασε το παράπονο με το μέλλον μου.  Μας.
Πέρυσι, τέτοια μέρα, ήμουν βαριά αλλά πανάλαφρη, είχα αγωνία, αλλά με γλύκα, το styling αγκομαχούσε μαζί μου, αλλά ήμουν αξιαγάπητη, γκρίνιαζα για χαριτωμένα, για ανούσια, αλλά ήμουν αξιολάτρευτη.
Σήμερα, κι ας μην έκανα όλα τα ιδανικά, με έπιασε στο γραφείο ταχυκαρδία. 
Ένα πράγμα τελικά ήθελα να κάνω.  Ήθελα να γυρίσω σπίτι.  Ήθελα να ακούσω το μοναδικό, τρανταχτό γέλιο της μικρής μου, να απλώσει τα χέρια της μόλις ανοίξω την πόρτα και να την εξαφανίσω στην αγκαλιά μου, ήθελα να κυνηγήσω το γιο μου σε όλο το σπίτι, να χαμογελάσω με τις εξυπνάδες του, να πέσω στον καναπέ και να με σκεπάσουν, να κουνήσουν το ραβδί και να πάρουν τα προβλήματα μακριά.
Ήθελα, θέλω, κατάφερα, να ξαναζήσω στο μυαλό μου την γέννηση της Χλόης Χριστίνας.
Την αγαλλίαση του συναισθήματος, τη θέρμη της αγκαλιάς, την αλμύρα των δακρύων, το βλέμμα, το πρώτο βλέμμα, το πώς ήρθε στον κόσμο, το πόσο η λατρεία μου γιγαντώθηκε, το πώς η ζωή μου άλλαξε, οχυρώθηκε πίσω από αυτά τα μάτια, αυτό το γέλιο, αυτά τα χέρια, τις πατούσες, το κούρνιασμα πριν τον ύπνο, το χάσιμο, την περηφάνια για το κάθε λεπτό που περνάει και είμαι μαζί της, και είμαστε καλά και χαζεύω την ύπαρξή της.
Αυτό κάνω.  Τη χαζεύω, τη θαυμάζω, την καμαρώνω, την παρατηρώ. 'Εναν ολόκληρο χρόνο τώρα, τη συντροφεύω, την ευγνωμονώ.
Και εκείνη και το ξεχωριστό μου αγόρι, τους ευγνωμονώ που με βοηθούν να ξεχνάω, να ξεπερνάω, να αδιαφορώ για τα μαύρα κι άραχνα αυτού εδώ του τώρα.  Τώρα, που η ώρα πλησιάζει δώδεκα, η μέρα αλλάζει και η συγκίνηση με κυριεύει, αλλάζει και το μουντ το δικό μου.
Το κορίτσι μου γίνεται 1.  Την ρωτάω πόσο χρονών είναι, σηκώνει το δείκτη και με κοιτάει πονηρά για ν'ακούσει το μπράβο.
Αύριο θα την κάνω νωρίς από το γραφείο και θα γυρίσω να πασπαλιστούμε οικογενειακώς με γκλίτερ.
Θα χαθώ μέσα σε tramezzini, γατότουρτες, δώρα, ευχές, μουσική, κρασιά, χαρά, αγάπη, θα χαθώ μέσα στην αγκαλιά του άντρα μου.
Το κορίτσι μου γίνεται 1.  Εγώ γίνομαι σοφότερη.
Μπορώ να ζήσω χωρίς πάρα πολλά, αρκεί να μην είναι τα γέλια των παιδιών μου.
Χρόνια πολλά μικρή Κλο. 
Δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο πολύ γουστάρω που μπήκες στη μπάντα μας.  Η περιοδεία θα είναι μεγάλη, αλλά το ταξίδι αλησμόνητο, θα ξετινάξουμε τα εισιτήρια, θα τερματίσουμε τα ουρλιαχτά, θα τριπάρουμε, θα ροκάρουμε σε κάθε gig σα να μην υπάρχει αύριο.
Οι Τέσσερις Μας.  Have a blast ;-)

πι.ες: διαβάστε και το Με λίγα λόγια άμα είναι να κάνουμε δουλίτσα.
πι.ες2: ευχαριστούμε τον γκοντφάδερ για την τριπλή λογοτύπηση του event.

23.11.11

Ψιλοαγχώθηκα με τα σχολεία τώρα.

'Εχω κι εγώ τα κολλήματά μου σ'αυτή τη ζωή.
Άλλοι τραβάνε ζόρια με τους μπάτσους, άλλοι με τους δημοσίους υπαλλήλους, τους δημοσιογράφους, τους πολιτικούς, εμένα το κομπλεξικό από πολύ μικρή, μου βγαίνει με τους εκπαιδευτικούς.  Αυτό το αφοριστικό, το στερεοτυπικό, που τους βάζω όλους στο ίδο τσουβάλι και τους κοιτάω με αμφιβολία, κατατάσσοντάς τους σε εκείνη τη μικροαστική κατηγορία ανθρώπων που βαριούνται.
Ναι, αυτό.  Βαριούνται και κουβαλάνε.  Κουβαλάνε απωθημένα και καμία πηγή γνώσης, δημιουργικότητας, ευχαρίστησης, ανοιχτού μυαλού, ευελιξίας.  Αυτά λένε οι εμπειρίες μου, αυτά έχω συναντήσει στο περιβάλλον μου, και σαν μαθήτρια και κοινωνικά, αυτά πιστεύω και ας υπάρχουν εξαιρέσεις.
Σα μαθήτρια, οι αναμνήσεις μου είναι από το Αρσάκειο Τοσίτσειο Εκάλης αρχικά και Ψυχικού αργότερα.  Δεν ήμουν ποτέ άτακτη, δεν έκανα ευφάνταστα σκονάκια και δεν έβαζα ποτέ στην έδρα (άλλο κι αυτό, Η 'Εδρα) πλαστικές κουράδες.  Ένα θέμα είχα και θυμάμαι σχετικό πρόβλημα από την Δευτέρα δημοτικού.  Δεν μπορύσα να μου επιβάλλονται γιατί έτσι.  Γιατί πρέπει.  Γιατί εγώ είμαι η δασκάλα / καθηγήτρια και εσύ η μαθήτρια.  Γιατί δεν έχω κερδίσει το σεβασμό σου, απλά σε υποχρεώνω να με σεβαστείς.  Γιατί ενώ δεν ακούω τη γνώμη σου, όσο επαναστατική και αν είναι, σε υποχρεώνω να με ακούσεις.  Γιατί σε καθίζω σε άχαρα, άβολα, στρατιωτικά στοιχισμένα θρανία και σε αναγκάζω να με προσέξεις, χωρίς όμως να εμπλουτίζω με τίποτα ριζοσπαστικό την αποστήθιση, την παπαγαλία, τη βαρεμάρα που με κατατρέχει σαν εκπαιδευτικό, τα φαντάσματα που ξεπηδούν από το βιβλίο και με κυνηγάνε.
Εντάξει θα μου πείτε δεν είναι όλοι έτσι (προφανώς) και εγώ έχω προσωπική εμπειρία κάποιων δεκαετιών πριν.  Για κάποιο λόγο όμως, δεν είμαι απόλυτα πεποισμένη ότι όλα αυτά έχουν αλλάξει τόσο δραματικά.
Ακόμα κοιτάω /ακούω γύρω μου και βλέπω ανθρώπου να ενθουσιάζονται, να ευγνωμονούν το Θεό και την καλή τους τύχη που τα παιδιά τους έχουν πέσει στα χέρια κάποιου αξιόλογου εκπαιδευτικού που ενδιαφέρεται, που την ψάχνει, που θέλει να βρει τρόπους να απογειώσει τη μαθησιακή εμπειρία και να θεμελιώσει στους μαθητές του όχι τη γνώση, αλλά την αγάπη για τη γνώση, την εξατομικευμένη, εναλλακτική μορφή μάθησης και την ευαισθησία απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, την πολυπολιτισμικότητα και τη διαφορετικότητα του και απέναντι σε κάθε μορφή ζωής.
Ο γιος μου φέτος ξεκίνησε στο προ-προνήπιο και το έψαξα τόσο πολύ, που τερμάτισα την πίστα.  Συνάντησα δασκάλες με κότσους και γυαλιά που μου μιλούσαν για πειθαρχία, με κιτρινισμένα από το τσιγάρο δόντια που μου μιλούσαν για την εκμάθηση των ζώων μέχρι τα Χριστούγεννα, με άψογο γαλλικό μανικιούρ που μου αράδιαζαν τις περιοχές που έμεναν οι πιθανοί μελλοντικοί συμμαθητές μας, με μεγάλους κώλους που μου έλεγαν όλο περηφάνια πώς τα παιδιά χαίρονται γιατί τρώνε κάθε πρωί μερέντα, με βρώμικες μοκέττες κάτω από τα πόδια τους, με μονολεκτική απάντηση σχετικά με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα... "ε... παίζουνε" ή "απασχολούνται".  Τις τάραξα στις ερωτήσεις παγίδα, στις επισκέψεις, στο τέλος κατάλαβα ότι ενοχλούσα.
Και με λύπη μου διαπίστωσα ότι οι επιλογές μου δεν ήταν και τόσες πολλές τελικά και ας είχα ξεκινήσει με μεγάλη λίστα.
Επέλεξα να τον στείλω στο κέντρο κέντρο προσχολικής αγωγής Dorothy Snot με σήμα την κάμπια με τα κόκκινα τακούνια.
Προχθές πήγαμε με τον άντρα μου στην πρώτη συνάντηση των γονιών για ενημέρωση επί του προγράμματος και γνωριμία με τους εξωτερικούς συνεργάτες του σχολείου.  Ενώ φούσκωνα από χαρά ακούγοντας και παράλληλα νιώθοντας, πιστεύοντας τη φιλοσοφία αυτού του σχολείου, την ισότιμη αντιμετώπιση όλων των παιδιών, τις πραγματικά εναλλακτικές και πρωτοπόρες μεθόδους προσέγγισης τους, την προσπάθεια για να αγαπήσουν την τέχνη, τον πολιτισμό, την επιβράβευση της ατομικής έκφρασης με ρυθμούς που δεν εμπίπτουν σε κανένα κανόνα, παράλληλα αγχώθηκα.
Αγχώθηκα τρελά με το τί θα συναντήσει το παιδί μου στη συνέχεια, με το ποιο σχολείο θα βρω, αν υπάρχει, αν μπορώ να το αντέξω οικονομικά, αν θα το ανακαλύψω, αν θα διαλέξω σωστά, για να συνεχίσει την εκπαιδευτική του πορεία έτσι όπως εγώ την έχω ονειρευτεί, έτσι όπως εγώ θα ήθελα να την έχω βιώσει.
Σε τάξεις ανοιχτές, φωτεινές, με δασκάλες που γελάνε.  Με θρανιάκια κυκλικά, με πολύ συζήτηση, με μέτρημα ζαχαρωτών για να μάθουν αριθμητική, με αυτοσχέδιο θεατρικό για να αγαπήσουν την ιστορία, με επισκέψεις μεταναστών για να ενδιαφερθούν για τη γεωγραφία.  Εμπειρίες, βιώματα, δρώμενα, αυτός είναι για 'μενα ο τρόπος για να μάθεις.  'Οπως στη ζωή την κανονική.  Αγάπησες ποτέ γκόμενο αληθινά επειδή μόνο τον είδες να στέκεται σαν κούκλα σε βιτρίνα, χωρίς να μπορείς να τον αγγίξεις?
Θα το παίξω ξερόλας-μάνα-μπλόγκερ και θα δώσω και μια συμβουλή.
Ψάχτε το, και το θέμα δεν είναι μόνο οικονομικό.  Πολλοί δικοί μου φίλοι που στέλνουν τα παιδιά τους σε δημόσιο παιδικό σταθμό, έχουν κάνει τη διαφορά γιατί έχουν απαιτήσει, έχουν ζητήσει και πάνω απ'όλα έχουν προσφερθεί και οι ίδιοι να βοηθήσουν, ν'ανοίξουν δρόμους εκεί που φάνταζε ως μόνη επιλογή το αδιέξοδο.  Μην αρκείστε στο ότι μαθαίνουν τραγούδια, πλάθουν πλαστελίνες και περνάνε το χρόνο τους.  Τα παιδιά είναι μικροί Θεοί, με ένα τόσο δα ερέθισμα ταξιδεύουν στα σύννεφα, τώρα, περισσότερο από ποτέ πρέπει να ανοίξουν τα φτερά τους. 
Περιμένω με ανυπομονησία την Χριστουγεννιάτικη γιορτή για ένα και μόνο λόγο.
Γιατί στη συνάντηση προχθές αυτό που είπε η Μαρία μου κίνησε όσο τίποτα το ενδιαφέρον.  Αυτή η γιορτή δεν είναι για τους γονείς.  Δεν είναι για να τους παρουσιάσουν το Τέλειο, ούτε για να εκτελέσουν με ακρίβεια το νούμερό τους, σαν τους άμοιρους ελέφαντες στο τσίρκο.  Αυτή η γιορτή είναι μόνο για τα παιδιά.  Σκηνικά μπορεί να μην έχουν τελειοποιηθεί (θα τα ζωγραφίσουν μόνοι τους), τραγούδια μπορεί να μείνουν στη μέση, αλλά ο κάθε ένας από τους μικρους μαθητές θα κάνει αυτό που καταφέρνει και αυτό που μόνος του αποφάσισε ότι θέλει.  Και είμαι σίγουρη ότι θα ξεπεράσουν τους εαυτούς τους γιατί απλά, μπορούν.  'Οχι γιατί πιέστηκαν να μπορέσουν.

πι.ες: μη μου την πέσετε για την άποψή μου για τους εκπαιδευτικούς. είναι πολύ ξεκάθαρη. απλά στην πορεία αυτού εδώ του μπλογκ θα χαίρομαι να γράφω για τις εξαιρέσεις που δυστυχώς, επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

πι.ες 2: διαβάστε στο blog Υπογραμμιστής, το Ημερολόγιο διδασκαλίας: Τα δύο άκρα και το Για σένα, που θα λέγεσαι Δάσκαλος.  Εξαιρετικά.

16.11.11

Χειμώνας - you get it.

Στην πραγματικότητα, έχω απλά την ανάγκη να γράψω κάτι.
Να μοιραστώ μια χαρά για απλά, καθημερινά πράγματα όπως για το ότι μετά από δύο ολόκληρους μήνες ο γιος μου πήγε σχολείο χωρίς κλάμα, η κόρη μου τσιτώνει όταν βλέπει τσουρέκι, ανάψαμε για πρώτη φορά το τζάκι, τραγουδήσαμε με το τρίχρονο Imany, τα παιδιά αγάπησαν τα ρεβύθια.
Αγαπώ το Χειμώνα επίσης, το έχω πει, όλο αυτό το λίγο σκοτεινό, το θόρυβο του αέρα, το layering στα ρούχα, τις φωτογραφίες με τις κόκκινες μύτες, τα βράδια αφιερωμένα στο ντιβιντί, στα κόκκινα κρασιά, στο gathering, την απενεχοποίηση του καναπέ και της κουβερτούλας που τον συνοδεύει.
Ουφ.
Περιμένω πολύ τα Χριστούγεννα.  Είμαι σε καλό μουντ, κάνω σχέδια για αυτό το μπλογκ, συζητήσαμε για παιδικά όρια με καλή διάθεση και εφαρμόσαμε αυτό που μας ταιριάζει, είμαστε σε πολύ πολύ πολύ δημιουργική φάση, αυτό που ξεφυλλίζεις όλη μέρα περιοδικά design γιατί πραγματικά πρέπει, γιατί πραγματικά κάτι ετοιμάζεις και όχι επειδή απλά γουστάρεις και ονειρεύεσαι.
Και ας μην πληρωθήκαμε στη δουλειά.

Σας στέλνω νιφάδες χιονιού,
















μπότες για όταν προσγειώνεσαι από το surf στην ξηρά και κάνει κρύο,                                                                                      



















ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι που έγινε το απόλυτο παιχνίδι σε μια χειμερινή εκδρομή,
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
μερικές γουλιές gluewein,
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
χοντρά μπουφάν,
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
γέλια στο τζάκι το χωριάτικο με τον παππού.
 
















You get it.
Απλά ήθελα να μοιραστώ.

8.11.11

Ας μιλήσουμε για σχέσεις ή πιο-βαρετός-τίτλος-πεθαίνεις.

Φίλες και φίλοι, γειά σας.
Τις τελευταίες εβδομάδες ζω μέσα σε μία δίνη.
Η κατάσταση στο γραφείο είναι άπαιχτη, σουρεαλιστική και εξοργιστική.  Αυτό είναι το ένα.
Το άλλο είναι ότι το σύμπαν όλο κάνει στις ελεύθερες φίλες μου πλάκα και τα προβληματικά γκομενοσκηνικά σκάνε σαν κομήτες στη μαύρη τρύπα.
Και εγώ είμαι απ'έξω, με την έννοια ότι ακούω και συμμετέχω θεωρητικά, για να κάνω και ένα διάλειμμα από το δικό μου το ζόρι, το γιο μου.  Ναι, έχει προσωπικότητα, ναι, έχει άποψη, ναι, έχει φωνή, ναι, έχει επιχειρήματα, αλλά μάλλον παραέχει.  Αυτά προς το παρών και θα επανέλθω.
Και αναρωτιέμαι... Σχέσεις γίνονται στην εποχή μας, στο target group μας, σε αυτό το μικρόκοσμο που ο καθένας ζει τέλος πάντων?
Ναι ρε, με την απλή, με την ουσιαστική και με τη ρομαντική έννοια του όρου.
Γιατί εγώ βλέπω να κλείνονται deals. 

Ναι, να σε παίρνω τηλέφωνο, αλλά όχι κάθε μέρα.
Ναι, να κάνουμε sex, αλλά μόνο όταν δεν έχω kung fu/ ραντεβού για μανικιούρ/ ματσάκι στην τηλεόραση/ τεκίλα στην Καρύτση.
Ναι, να είμαστε μονογαμικοί, αλλά αν δεν κάτσει κανένας καλύτερος/η.
Ναι, να βλεπόμαστε, αλλά όχι και δυο φορές την εβδομάδα.
Ναι, να κανονίζουμε, αλλά και όταν ακυρώνουμε να μην τρέχει τίποτα. Και το λέιζερ χαλάλι σου, μάγκα μου.
Ναι, να σου μαγειρέψω, αλλά μόνο αν τρως φαγητό που μου αρέσει.
Ναι, να αγκαλιαζόμαστε, να φιλιόμαστε, αλλά όχι μπροστά στους κολλητούς.  Μη σε περάσουν και για βδέλλα.
Ναι, ν'αγαπιόμαστε, αλλά όχι πολύ.  Μη μας περάσουν και για μαλάκες.

Και έτσι τριγυρνάω ανάμεσα σε φίλους ελεύθερους, και φίλες ελεύθερες.
Από αυτούς που φοβούνται να μιλήσουν με ειλικρίνεια και φοβούνται να μείνουν μόνοι.  Αντ'αυτού, κλείνουν συμφωνίες.
Λοιπόν, από την μέχρι τώρα μικρή εμπειρία μου, σας ενημερώνω ότι κανένα από αυτά τα deal δεν πρόκειται να προχωρήσει.  Είναι για κάτι τόσο αμφίδρομο (αυτή είναι η μοναδική προϋπόθεση), που το πνίγουμε μέσα σε τόσους ατομικούς κανόνες, οδηγώντας το με μαθηματική ακρίβεια στο αδιέξοδο.  Και μετά υπάρχει και η εύκολη ατάκα απενοχοποίησης: "Πάλι σε μαλάκα έπεσα" και φτου κι απ'την αρχή να πάμε να κλείσουμε το επόμενο συμβόλαιο.
Ουφ, αν δεν υποστηρίξουμε το κίνημα ας είμαστε μαζί και όπου, και αν μας βγάλει, δε βλέπω ελπίδα.
Και έχω κάτι καλά κομμάτια ρε γαμώτο και θα πάνε άκλαφτα.

το ποστ είναι εντελώς σχετικό, μην ακούω αηδίες. κάντε λίγο το συλλογισμό ανάποδα, βγαίνει σε μαμαδίστικο.

1.11.11

Toddlers gone wild.

Μία ωραία μέρα, γίνεσαι και εσύ Μικρός Θεός και φέρνεις ένα παιδί στον κόσμο.
Ένα παιδί που το ήθελες με τρέλα, με έναν μπαμπά που σου έχει γεννήσει τα ίδια συναισθήματα, σε ένα σπίτι πανέτοιμο να το υποδεχτεί (λέμε τώρα, και ας μην ήταν αυτή η περίπτωση η δική μου), κάτω από ένα πάλλευκο σύννεφο συναισθημάτων, φιλοδοξιών και ονείρων.
Ξεκινάτε μαζί τη ζωή σου, ξανά.
Μέσα σε όλα, πασχίζεις να το κάνεις "καλό" παιδί, με τη γενικότερα αποδεκτή έννοια του όρου.
Και ακολουθείς τη δημοκρατική και πολιτισμένη οδό.
Εξηγείς πάντα το ναι και το όχι, επιβραβεύεις και αναλύεις επιπτώσεις, προωθείς τη διαφορετικότητα και την ανάπτυξη της προσωπικότητας, είσαι politically correct σε παραμύθια, ιστορίες και συναναστροφές.
Το παιδί μεγαλώνει και εσύ μαθαίνεις μαζί του, εκείνο απορροφά και αφουγκράζεται, λίγο κάνει τα δικά του αλλά η δική σου φιγούρα είναι γι'αυτό πυξίδα, καλά τα πάτε προς το παρών, μερικές φορές κοντράρεστε, αλλά τον βλέπεις, το βλέμμα σου τον παρασέρνει και τα λόγια σου τον καθησυχάζουν.  Είσαι καλή μαμά και ας αγριεύει λίγο το παιδί μεγαλώνοντας.  Έτσι πάθαμε όλοι, καλά καταλήξαμε.  Προς το παρών τουλάχιστον.
Το παιδί προσπαθεί να μάθει να ζει στα πλαίσια και ενός άλλου μοντέλου οικογένειας τώρα.  Εκεί που στριμώχνεται και διεκδικεί το χώρο του άλλο ένα, εκεί που η μαμά και ο μπαμπάς δουλεύουν πιο εντατικά, εκεί που η έννοια "σχολείο" έρχεται να καταπλακώσει στιγμές ανεμελιάς, τρυφερότητας και επανάστασης (έτσι πιστεύει ο ήρωάς μας).
Και η δική του επανάσταση είναι λίγο πιο ζόρικη από το αναμενόμενο.  Λίγο η ηλικία, λίγο όλα τα παραπάνω και το παιδί ξεφεύγει από τις σημάνσεις της πυξίδας.
Τα "όχι" δεν είναι αποδεκτά και ας στεγνώνει το σάλιο στην επεξήγηση και όλη η μέρα στροβιλίζεται γύρω από το κέντρισμα της προσοχής, συνήθως αρνητικά, στρεσογόνα, ασυνήθιστα.
Η μαμά και ο μπαμπάς λίγο απελπίζονται, πολύ αναρωτιούνται αν κάτι έκαναν στραβά και ξανά προς τη δόξα τραβούν - έτσι είναι η μαμά και ο μπαμπάς, περπατάνε γοργά σε ένα δρόμο που δεν έχει γυρισμό.  Απλά προσπαθούν έστω να πάρουν το καλό το μονοπάτι.
Και φθάνει το χθεσινό απόγευμα που έχουν κανονίσει στο σπίτι επαγγελματικό ραντεβού - με την πίεση του χρόνου, με τις υποχρεώσεις, με τα σχέδια που δεν μπορούν να περιμένουν, δεν υπάρχει άλλη λύση.
Και ξεκινάει το ντελίριο.  Το ώριμο αυτό παιδάκι, που μεγαλώνει σε ένα ισορροπημένο και φιλελεύθερο περιβάλλον, με μοντέρνους και πολιτισμένους γονείς που κρατούν καθημερινά τις ισορροπίες θυσιάζοντας προσωπική ευχαρίστηση, βρίσκει τρόπο να τινάξει την ηρεμία και τη σοβαρότητα της συνάντησης στον αέρα.
Φίλε μου, τα σπάει.  Κυριολεκτικά, όμως.  'Οχι με την άλλη, την καλή έννοια.
Διαλύει το δωμάτιο του, πηγαινοέρχεται σα σίφουνας στο σαλόνι, αγριεύει απέναντι στο μωρό, χτυπιέται στο κρεβάτι του σα θηρίο στο κλουβί, δε συζητάμε για στοιχειώδη επικοινωνία με την άμοιρη κυρία που επισκέφτηκε για σοβαρούς λόγους την οικογένεια, μόνο ροχάλα και βρωμερό αέριο που δεν της έριξε στα μούτρα.
Και οι γονείς με επιφανειακή ψυχραιμία, με εναλλάξ συζήτηση για καθησυχασμό, με λίγο παιχνίδι, δεν καταφέρνουν τίποτα... απολύτως τίποτα.
Η κυρία φεύγει τρομαγμένη, η μαμά και ο μπαμπάς μένουν αποσβολωμένοι και το neon sign στο μέτωπο αναβοσβήνει: Τί Κάναμε Λάθος?
Τί να τους πω, δε ξέρω.  Δε βλέπω κάτι λάθος.  Αν έβλεπα θα το είχα διορθώσει, γιατί προφανώς η ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις δεν είναι καθόλου συμπτωματική.
Τον έχουμε αφήσει να εκτονωθεί, να εκφραστεί, να ειπράξει αγάπη χωρίς όρια, να φουσκώσει από περηφάνια χωρίς προφανή λόγο, να ζήσει σαν παιδί με ανησυχίες χωρίς ψηλούς φράχτες και αναρωτιέμαι μήπως τον παρααφήσαμε.
'Η μήπως, αυτά τα παιδάκια τα καλοαναθρεμμένα, τα καλοΐσκιωτα, τα ευγενικά, τα χαμογελαστά, τα διαπαιδαγωγημένα, δεν είναι δικά μας.
Είναι της Μαρί Σαντάλ.

25.10.11

Εμείς οι Κινέζοι.

Τον τελευταίο καιρό, διαβάζοντας διάφορα άρθρα σε εφημερίδες, μπλογκς και πόρταλς, ανακαλύπτω πόσο πολύ όλοι εμείς έχουμε διαγράψει με μία χοντρή, μαύρη μολυβιά το παρελθόν μας όλο, και αποποιούμαστε με ευκολία την υπηκόοτητά μας.
Με λίγα και απλά λόγια, το παίζουμε Κινέζοι.
Το παίζουμε πολίτες υπεράνω κουλτούρας, αστείρευτης παιδείας και πολιτισμού, που ζούσαμε σε μία σούπερ οργανωμένη χώρα με τέλειους, απαράβατους κανόνες και συνθήκες υψηλού βιωτικού επιπέδου - μας ζήλευαν οι Καναδοί, οι Σουηδοί και όλοι αυτοί οι λαοί με τα φαρδιά πεζοδρόμια, το ρούφηγμα των βιβλίων στο μετρό και τα πλουσιοπάροχα επιδόματα τέλος πάντων.
Ξαφνικά, στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, των ατελείωτων απεργιών και της δυσωδίας στους δρόμους, γράφουμε τεράστια Κατηγορώ για την κατάσταση αυτή που... ούπς, έσκασε σαν ωρολογιακή βόμβα στις ζωές μας.
Οι αθώοι.  Οι ανυποψίαστοι.  Οι τόσο-πολύ-που-θέλω-να-φύγω Θε μου, αλλά όταν με έστελνε η μανούλα μου με τα λεφτάκια της στην Αγγλία να ξεστραβωθώ, αντί να χτίσω καριέρα νοσταλγούσα τον φραπέ και το τζατζίκι και συμμετείχα σε μαραθώνιους μπίρας σε κάποια σκοτεινή pub που μύριζε κατρουλιό, παρέα με ένα σωρό ευγενικούς, πολιτισμένους και μορφωμένους Άγγλους.  Έλα, μην τρελαθώ τώρα.
Γκρίνια. Γκρίνια και κριτική. Γκρίνια, κριτική και μετανάστευση.  Οι τρείς λέξεις που κυριαρχούν σε ό,τι διαβάζω τον τελευταίο καιρό.  Όπου όλοι οι συγγραφείς ψάχνουν εναγωνίως τον στοιχειώδη σεβασμό λες και θα τον έβρισκαν στα γαριδάκια.
Εγώ θα σας τη σπάσω.  Θα δηλώσω ότι είμαι από τους "άλλους", αυτούς τους άξεστους, τους κακότροπους, τους κακόγουστους, γιατί κάποιος πρέπει να είναι και με αυτούς ρε φίλε.  Είστε τόσοι πολλοί οι ιδανικοί πολίτες που ειλικρινά αναρωτιέμαι γιατί αυτή η χώρα δεν λειτουργούσε στην εντέλεια τόσο καιρό και δε σουλατσάραμε όλοι με χαμόγελο colgate στα σύννεφα.

Έχω διπλοπαρκάρει για να πάρω σοκολάτα από το περίπτερο - και προφανώς την έχω σπάσει στους από πίσω.
Έχω ζήσει σε σπίτι που στο πίσω μπαλκόνι είχε μεταλλική ντουλάπα από το πράκτικερ, γιατί δεν είχα πού να βάλω τα πράγματά μου και έκανε 50 ευρώ.
Έχω παρκάρει σε θέση μόνιμου κατοίκου στο Κολωνάκι γιατί βαρέθηκα να ψάχνω.
Μπαίνω στο δακτύλιο.
Έχω βάλει σκούπα 3 η ώρα το μεσημέρι.
Έχω τινάξει τραπεζομάντηλο με ψίχουλα από το μπαλκόνι.
Έχω κάνει πάρτυ που έχει τινάξει τις ώρες κοινής ησυχίας στον αέρα.
Έχω παρατήσει στο σούπερ μάρκετ σερβιέτες στο ράφι των τυριών.
Κατέβασα σκουπίδια στον κάδο πριν πέντε μέρες.
Έχω κάψει με τσιγάρο το καλσόν σπαστικής γκόμενας στο μπαρ.
Έχω πλασαριστεί σε καλύτερη θέση σε ουρά στο ΙΚΑ γιατί ένας τύπος που το έπαιζε ιστορία, χάζευε.

Τέλος πάντων, μη με μισήσετε που είμαι ένας απλός, καθημερινός, Έλληνας κάφρος.
Και βιβλία πολλά έχω διαβάσει στη ζωή μου και σε πορείες για την παγκόσμια ειρήνη έχω κατέβει, και έχω σπάσει τα νεύρα των μπάτσων της περιοχής μου για τα μηχανάκια που μπαίνουν ασταμάτητα στο πάρκο.  Αυτά είναι τα όπλα μου, να παλεύω για τα καθημερινά και τα ουσιαστικά συνάμα και όχι να δηλώνω βαρύγδουπα πώς τίποτα σε αυτή τη χώρα δε λειτουργεί, πώς οι συμπολίτες μου στερούνται ευρωπαϊκού επιπέδου και παιδείας και πως θα την κάνω για να πάω σε μία χώρα που εγώ, με το φτωχό μου το μυαλό την έχω εξιδανικεύσει ως φωτεινό άστρο του παγκόσμιου πολιτισμού.
Δεν αντέχω άλλες κραυγές από παγώνια, από Κινέζους και από όλους αυτούς που απλά συντηρούν με την ύπαρξή τους ό,τι μας ξενερώνει.  Μιλάνε οι δημοσιογράφοι για λαμογιές.  Και εγώ κλείνω τα αυτιά μου, και σφυρίζω αμέριμνη. 
Βαρέθηκα τα Κατηγορώ όλων αυτών, τα επόμενα βήματα ψάχνω με λαιμαργία να διαβάσω από όλα αυτά τα μεγάλα κεφάλια αλλά δεν τα βρίσκω πουθενά.
Τελικά μάλλον αυτό χρειάζεται η Ελλάδα.  Να μείνουμε εδώ οι απολίτιστοι και οι απολιτίκ και να τη ξαναχτίσουμε από την αρχή.  Δανείζουμε τους επικριτές της καθημερινότητάς μας και τα μεγάλα πνεύματα της διανόησης σε άλλους πολιτισμούς, που μπορούν πραγματικά να τους εκτιμήσουν. 
Μη σου πω και σε άλλο γαλαξία, να βάλουν τα γυαλιά στους Μάγια.

17.10.11

Οι διαβολοβδομάδες είναι πολλές.

Τον τελευταίο μήνα περιμένω τα σαββατοκύριακα σαν τον ισοβίτη το επισκεπτήριο.
Προφανώς ζω και εγώ με ανεπάρκεια χρόνου ή αλλιώς συμμετοχή σε διαγωνισμό πόσο-ακόμα-μπορείτε-να-πήξετε-ένα-24ωρο.
Ξυπνάω το πρωί και ετοιμάζω το γιο μου για το σχολείο.  Αυτό είναι μία διαδικασία που μόλις σήμερα σταμάτησε να γίνεται εντελώς ψυχοφθόρα, δραματική και καταστροφική για όλη την υπόλοιπη ημέρα μου.  Επίσης, μη με ρωτήσετε γιατί είμαστε έτοιμοι 9 και 10, ενώ ξυπνάμε μία ώρα πριν.  Νομίζω ότι είναι η ώρα του twilight zone στο σπίτι μας, ή της μαύρης τρύπας που μας καταπίνει ή κάτι τόσο εξωφρενικού τέλος πάντων.
Μετά, ασχολούμαι με τη μικρή, που την ψιλοαγνοώ είναι αλήθεια μέχρι να επιβιβαστεί ο mini αλ Ζαουάχρι στο κίτρινο όχημα με σήμα την κάμπια, και λίγο ξεχνιέμαι, λίγο χαμογελάω.
Μέχρι να μπω στο αυτοκίνητο και να μπήξω τα κλάματα στη διαδρομή.  Εκεί που συνήθως θα έπρεπε να χαλαρώνω, να βάζω τις μουσικές μου (αυτά που έγραφα, ξέρετε) και να χαμογελάω στον εαυτό μου στον καθρέφτη βάζοντας lip gloss στο φανάρι.
Και έτσι χαρωπή και πάνω απ'όλα ανέμελη, πάω στη δουλειά.  Η οποία δουλειά, σε μία φυσιολογική εταιρεία, με κάποιες πιο φυσιολογικές συνθήκες από το ένα βήμα πριν το φούντο, μερικά χρόνια πριν, τη λες και fun.  Τώρα, τη λες και ισορροπία σε σκοινί πάνω από το λάκο με τα φίδια.
Και ενώ όλα τα events που έγιναν την εβδομάδα που πέρασε στέφθησαν με απόλυτη επιτυχία και υπό νορμάλ συνθήκες εγώ θα έπρεπε να τουιτάρω spicy detail from backstage, εμένα ο νους μου έτρεχε αλλού.  Στο συντονισμό του baby sitting, στους φυσιολογικούς ορούς και τα aerolin, στα κλάματα και στα τηλέφωνα πού είσαι και τί ώρα θα γυρίσεις, στο αν μπήκε το πάπλωμα και βγήκε η πιπίλα, στο ότι ειδικά τα βράδια ήθελα να είμαι εκεί και όχι αλλού.
Έτσι είναι οι εργαζόμενες μαμάδες. Έχουμε τα πάνω κάτω μας.  Τη μία εξυμνούμε την ισορροπία και την άλλη αναρωτιόμαστε αν μπορεί ποτέ αυτή να υπάρξει.  Το συζητούσα με τη mama 35+ διαδικτυακά, και με ρώτησε αν η γνώμη μου για τη full time εργασία ισχύει.
Γενικότερα, τη γνώμη μου δεν την αλλάζω πολύ εύκολα.  'Οχι για να μη γίνω ρόμπα στο blog, αλλά γιατί έτσι είμαι.  Αργώ να σε συμπαθήσω, να το ξέρεις, και το όλοι φίλοι, πιαρίστικα, δεν ισχύει στην περίπτωσή μου, αλλά μόλις συμβεί αυτό πολύ δύσκολα θα σε ξεράσω.  Εκτός αν το προσπαθήσεις, το επιδιώξεις, άθελά σου ή και όχι, το σπρώξεις να πάει προς τα εκεί, ξεχνώντας αυτά τα σημαντικά, τα ουσιαστικά, τα όχι φλύαρα που εχω κάνει εγώ για 'σενα (μερικοί το έχουν κάνει σε αυτή τη ζωή και στην άλλη, τότε που θα είμαστε κάμπιες και σκουλήκια και θα θέλουμε όλοι να κάνουμε παρέα φαγοπότια με άλλα μαμούνια σε ένα παρθένο δάσος, θα το μετανιώσουν. είμαι σίγουρη.)
Μ'αυτά και μ'αυτά, εγώ κάποτε, είχα γράψει ένα ποστ.  Αυτό.  Επίσης, κάποτε, είχα μιλήσει για τους ίδιους λόγους στο event του Deconstructing Mummy και είχα απαντήσει σε ερωτήσεις, λέγοντας ότι όταν είμαι γραφείο προτεραιότητα είναι η δουλειά μου και όταν είμαι σπίτι τα παιδιά μου.  Ούτε κινητό δε σηκώνω μετά τις 7 το απόγευμα, τόσο ξεκάθαρα.
Ισχύει.  Και τώρα που η διαβολοβδομάδα πέρασε (και θα 'ρθουν κι άλλες, το ξέρω) και λίγο όλοι χαλαρώσαμε και ο γιος μου πάει σχολείο με λίγο λιγότερο κλάμα, αν ξανακάναμε events, θα ανέβαζα τουίτς σαν τρελή.  Το έκανα, το είδα, με στεναχώρησε που αλλού ήμουν και αλλού θα ήθελα να είμαι, με ζόρισαν οι καυγάδες και οι γκρίνιες στο σπίτι, αλλά έτσι είναι η ζωή της εργαζόμενης μαμάς.
Με 24ωρα που έπρεπε να είναι 48ωρα, με διαδρομές που δε φαντάζεται ούτε ο πρόεδρος του ΣΑΤΑ όταν δεν απεργεί, με ψυχολογική πίεση αδιανόητη για να είναι όλοι χαρούμενοι - το οποίο προφανώς δεν πετυχαίνει.  Και ναι, θα το παραδεχτώ, και ας σας γκρεμοτσακίσω από το ροζ συννεφάκι της γλυκιάς μητρότητας, κάποιες φορές είναι το σπίτι αυτό που χάνει και τα παιδιά που παραπονιούνται.
Αλλά, ρεφάρω, αγαπώντας σαν τρελή, με όλο μου το είναι.  Και το ξέρουν αυτό, το νιώθουν, μου το ανταποδίδουν.
'Ολα καλά λοιπόν.  Μόλις δε θα 'μαι, θα το καταλάβετε.  Ή που δε θα γράφω ή που θα αρχίσω τα γαμωσταυρίδια εδώ μέσα για να εκτονωθούμε λίγο.
Καλή εβδομάδα πίπολ.  Και να μην είναι του διαβόλου.

7.10.11

Life in dots. Polka dots.

Ζω τη ζωή των πουά.
Γενικότερα, μου αρέσουν τα πουά, είναι λιγότερο αυστηρά από τις ρίγες, πιο παιχνιδιάρικα από τα καρώ, πιο girly από τους ρόμβους και είναι τα μόνα που συνδιάζονται εύκολα με ένα μεγάλο γλειφιτζούρι και ένα ζευγάρι σοσόνια - αν ποτέ δηλαδή θες να κυκλοφορήσεις στον έξω κόσμο με ένα μεγάλο γλειφιτζούρι στο χέρι και ένα ζευγάρι σοσόνια στα πόδια, πράγμα δύσκολο.
Παρόλα αυτά, δεν είναι ένα πάτερν που τρελαίνομαι να φοράω.  Θα έλεγα ότι έχω και λίγα. 
Είναι ίσως αυτή η λίγο ρετρό, λίγο τολμηρή διάθεση που έχουν, που μάλλον με φρενάρει.  Εκτός από το ότι πολλές φορές παχαίνουν.  Ειδικά αυτά τα μεγάλα, τα αξέχαστα πουά, είναι επικίνδυνο να τα πετάξεις πάνω σε ένα εντυπωσιακό στήθος, ή σε ένα ζουμπουρλούδικο πωπό.
Τώρα λοιπόν, με την έλευση της μικρής Χλόης στη ζωή και στο σπίτι μας, πρέπει να έχω ξετινάξει την μπάνκα των πουά στον αέρα.  Σαλβάρια, ζακετάκια, φορέματα, κολάν, κορμάκια, τισερτάκια,έχουν κατακλύσει την ντουλάπα της και την κάνουν θέαμα για παρακολούθηση, κάνοντας με ακόμα να πιστεύω ακράδαντα ότι το να ντύνεις τα κορίτσια είναι more fun, αλλά το να ντύνεις
με άποψη ένα αγόρι, είναι μεγαλύτερη μαγκιά.  Πόσο μάλλον όταν το αγόρι είναι το δικό μου, που έχει άποψη για το τί να βάλει εδώ και ενάμιση χρόνο και η άποψη του τις περισσότερες φορές μεταφράζεται σε γαλότσες με μαγιό ή φόρμα με slim fit (λόγω ξεπερασμένου νούμερου, μην τρελαίνεστε) πουκάμισο και havaianas.  Picture that.
Μέσα σε όλη αυτή την παραζάλη της μάχης του καθημερινού ντυσίματος, ξεφύτρωσε και η βάφτιση της φίλης-κολλητής-αδελφής Τζούλιας, για την οποία και οι τέσσερις σουλουπωθήκαμε στην ώρα μας και ξεκινήσαμε με μεγάλες προσδοκίες λόγω της μαγικής λέξης Candy Bar στην πρόσκληση.
Εκεί, με ζάλισε το πουά της Τζούλιας.  Και ήθελα να σας το πω.  Και να σας το δείξω.  Και να μοιραστώ πόσο εύκολα, όμορφα και απλά, μία κουλ μαμά βαφτίζει την κόρη της φορώντας κάτι που φέρνει τούμπα όλους τους προηγούμενους κανόνες που αράδιασα και μας γεμίζει χαμόγελα.
Γιατί οι βαφτίσεις πάνω απ'όλα πρέπει να έχουν με κάποιο τρόπο, πλάκα.  Αρκετό είναι το δράμα που περνάει το μωρό, αν το βαρύνουμε όλο αυτό με βραδινές ώρες, κεριά, δαντέλες, βελούδα και 5 course dinner, όλη η ανεμελιά της ιστορίας πάει, χάθηκε.  Ενώ με ένα τολμηρό πουά φόρεμα και ένα θεσπέσιο ζευγάρι ροζ ray ban, είσαι έτοιμη φίλη μου να φέρεις τους καλεσμένους με το μέρος σου.  'Ο,τι και αν έχει πάει στραβά, πίστεψέ με, είσαι τόσο happy φιγούρα, που θα στο συγχωρήσουν.
Α! Και ένα ζευγάρι με plexiglass τακούνι αν παίζει χαλίκι βοηθούν στο κούλνες της υπόθεσης και μία μεγάλη κόρη με bob γαλλιδούλας οριτζινάλε και αξιομνημόνευτα, ασημένια oxfords.



Σε άλλα νέα, ο μικρός μου, αυτό το πιο υπέροχο αγόρι του κόσμου, που όμως έχουμε ξαναπεί γιατί, επειδή είναι το δικό μου, έχασε όλη αυτή την υπερχείλιση ζαχαρωτών και λουκουμάδων στη βάφτιση της φίλης Τζούλιας γιατί αρρώστησε (άσχημα είναι η αλήθεια) στη διαδρομή  πηγαίνοντας. 
Έτσι έκανε μία καμέο εμφάνιση μες στη ζοχάδα, τη δυστυχία και την απελπισία, γιατί ήρθαν αναγκαστικά με τον μπαμπά του να μας μαζέψουν. 
Και στη συνέχεια βέβαια, μας κόλλησε όλους στη σειρά, αυτόν τον σιχαμένο τον αναγουλοvirus που φοριέται πολύ τελευταία και σε παρατάει κουρέλι, διαλυμένο ρετάλι, να ψάχνεις να βρεις που πήγε το κιλό που έχασες από όλη αυτή την αηδία.
Και έτσι κλεισμένος μες στο σπίτι, με την πλαστική λεκάνη στο πλάι του κρεβατιού, κάθεσαι και γράφεις χαριτωμένες χαζομάρες για τα πουά.
Στην επόμενη ίωση θα σας μιλήσω για την κάθετη, λεπτή ρίγα.
Άντε, καλή συνέχεια, περαστικά και βοήθειά μας.

Να σας ζήσει Τζουλς!







28.9.11

Φοβάμαι.

Ρε μπιπ μου, κάτι πιο χαρούμενο ήθελα να γράψω πάλι σήμερα, αλλά δε μου βγαίνει.
Και κουνάω το κεφάλι μου να φύγουν τα άσχημα, αλλά κάτι γίνεται, και αυτόματα κάνω reload.
Να, εμείς είμαστε μία παρέα μαμάδων από το πάρκο.
Γνωριστήκαμε πριν 3 χρόνια περίπου, όταν πηγαινοφέρναμε τα μωρά να κοινωνικοποιηθούν και να χαζέψουν τα δέντρα, όλες με τις ίδιες απορίες, όλες στις ίδιες ηλικίες, όλες γειτόνισσες.
Η παρέα έδεσε, τα μωρά μεγάλωσαν και έγιναν φίλοι και ξεκίνησε η ανταλλαγή επισκέψεων εκείνα τα μουντά, having-nothing-to-do χειμερινά απογεύματα και οι προσκλήσεις για τα φασαριόζικα γενέθλια πάρτυ.
Γενικά, μοιραζόμασταν χαρές.  Δεν μπαίναμε η μία ιδιαίτερα στη ζωή της άλλης, αλλά λέγαμε και κανένα παραπονάκι παραπάνω αν τύχαινε ποτέ να πιούμε μία μαργαρίτα εκεί κοντά στο πάρκο.
Μέχρι την ημέρα που η μαμά της Λένας πήγε στην τράπεζα να βγάλει λεφτά από το μηχάνημα, για να γυρίσει γρήγορα στο σπίτι να κρατήσει τις εγγονές της, αργά το μεσημέρι.  Και άνοιξε την πόρτα σε κάποιον άντρα, από ευγένεια.  Η μαμά της Λένας ήταν μία πολύ καθώς πρέπει, ευγενική κυρία, όμορφη, στυλάτη και λεπτεπίλεπτη.  Γι'αυτό του άνοιξε και την πόρτα του ασανσέρ, προφανώς από τους καλούς της τρόπους τον ρώτησε και σε ποιόν όροφο πηγαίνει για να ανέβουν μαζί.
Αυτός ο κάποιος άντρας μάλλον της απάντησε ουδέτερα.  Η φωνή του μάλλον δεν έσπασε και τα χέρια του μάλλον δεν έτρεμαν όταν με το που βγήκε η γυναίκα στον όροφό της της άρπαξε την τσάντα και τη χτύπησε πολλές φορές στο κεφάλι με ακατανόητη μανία.
Κατέβηκε κάτω κυριλέ, ίσως και χαρούμενος που η αποστολή εξετελέσθη και στην τσέπη του είχε 150 ευρώ επιπλέον.  Ναι, γι'αυτά τα λεφτά μιλάμε.  150 ευρώ. 
Η μαμά της Λένας μπήκε στην εντατική και εκείνο το απόγευμα δεν είδε ποτέ τις εγγονές της.
Η μαμά της Λένας δεν κατάφερε να ξαναδεί ποτέ, κανέναν από την οικογένειά της.  'Εφυγε από τη ζωή μετά από 10 μέρες.
Δεν είμαι τώρα στη φάση να ακούσω ούτε για αυτούς που πεινάνε, ούτε για το κωλοκράτος που τους κατάντησε έτσι, γιατί δεν μπορώ καν να διανοηθώ το περιστατικό.  Το κρίμα, το άδικο, το γιατί, το γαμώ την πουτάνα μου με τους σκατανθρώπους που δολοφονούν ανυπεράσπιστες μεγάλες γυναίκες που δεν μπορούν να αντισταθούν και να προστατέψουν τα αυτονόητα.  Θέλω μόνο να βροντοφωνάξω πόσο πολύ εύχομαι αυτός ο δολοφόνος να σαπίζει μέρα με την ημέρα αργά και βασανιστικά για το μεγάλο αυτό κακό που έκανε σε αυτή την οικογένεια.
Και σε όλους εμάς, που πλέον φοβόμαστε τη σκιά μας.  Φοβόμαστε να ανοίξουμε τις πόρτες μας, είμαστε καχύποπτοι απέναντι στην Καλημέρα, τρέμουμε τα ανοιχτά παράθυρα, γινόμαστε μυστήριοι με τα πλατιά χαμόγελα.
Φταίει που έγινα και μαμά και οι φόβοι μου και οι στεναχώριες μου έχουν διογκωθεί, φοβάμαι τώρα για τέσσερις, στεναχωριέμαι για τα προβλήματα κάθε ηλικιακής φάσης που θα διανύσουμε μέχρι το τέλος και μέσα σε όλο αυτό, την μεγάλη εικόνα, κλαίω σιωπηλά κάθε στιγμή για την Λένα, τη μαμά της, τα παιδιά της που κάθε απόγευμα το περνούσαν με τη γιαγιά.
Όλοι εσείς που γίνατε τόσο αδίστακτοι, εύχομαι μόνο να πάτε κάπου να θαφτείτε και να μας αφήσετε ήσυχους να ξεκλειδώνουμε χωρίς να κοιτάμε πίσω από την πλάτη μας.
Και μπαμπά, τώρα καταλαβαίνω γιατί ανησυχούσες.  Γιατί με έπαιρνες τηλέφωνο στην Αγγλία δέκα φορές συνεχόμενες μέχρι να το σηκώσω και εγώ σου έλεγα απλά: Μα ήμουν σε ένα μπαρ, πού ν'ακούσω το τηλέφωνο?  Ενώ από μέσα μου έλεγα: Mου τα 'πρηξες.
Σ'αγαπώ.

23.9.11

Και κλαίγοντας και παίζοντας.

'Ολος ο κόσμος γύρω μου, όλοι όσοι ζουν και αναπνέουν στην Ελλάδα, είναι πλεόν εντελώς ζοχαδιασμένοι.  Και εγώ μέσα σε αυτούς είμαι και επίσης δεν είμαι και καθόλου Πολυάννα τελευταία.  Δε με πνίγει η απαισιοδοξία και η μαυρίλα, γιατί απλά δεν το κάνω αυτό, αλλά πιάνω τον εαυτό μου να συμπεριφέρεται ώρες ώρες σαν την τυπική μανιοκαταθλιπτική σε τρανς.
Τα αυτιά μου ρουφάνε συνεχώς εκρήξεις γκρίνιας, κραυγές απελπισίας, σιχτίρια και γαμωσταυρίδια για τους εργοδότες, για ΟΛΟΥΣ τους εργοδότες, για τον ΓΑΠ και τους φίλους του και επικίνδυνες αντιδράσεις που πυροδοτούνται από το απόλυτο τίποτα.  Άσε που είμαι σίγουρη ότι κάποια μέρα σύντομα, θα γίνει φονικό στα φανάρια γιατί κάποιος δεν ξεκίνησε με αυτόματη ανάφλεξη οκτώ τούρμπο ρουκετών στην εξάτμιση με το που άναψε το πράσινο.
Θυμός, πολύς θυμός.  Και κατήφεια, και δυστυχία και απόγνωση.  Και παιδιά που δεν τα παίρνουν στους δημόσιους παιδικούς σταθμούς, που οι μαμάδες τους καθαρίζουν τουαλέτες και οι μπαμπάδες τους κάνουν ό,τι προκύψει, γιατί κάποιοι άλλοι έχουν βάλει βύσμα για να καπαρώσουν τη θέση, να κοιμούνται ήσυχοι τα βράδια και να εξοικονομούν μηνιαία έξοδα για ν'αγοράζουν ακόμα πιο πολλά μπλουζάκια.  Τέλος πάντων.  Και αυτά θα μου πεις, δεν είναι τίποτα.
Μέσα σε όλα τα ζόρια, παίζει μπάλα και ο W. με τα προβλήματά του.  Με το εξής ένα, δηλαδή.  Το προ-προνήπιο.  Όπου σήμερα γίνεται για πρώτη φορά αυτό το σκηνικό που βάζεις το παιδί στο σχολικό, το παιδί μωβίζει από το κλάμα, εσύ γυρνάς την πλάτη "αδιάφορη" και μέχρι που στρίβει το σχολικό στη γωνία ακούς από μέσα αυτόν τον ήχο που σου ψυχοπλακώνει το σύστημα πιο πολύ και από την εξαγγελία του επόμενου φορολογικού πακέτου επί 5.
Μετά από αυτή την αισιόδοξη εικόνα, ανεβαίνω πάνω με τα πόδια να σέρνουν μπάλες μολύβδου.  Ρίχνω μία γρήγορη διαφωνία με τον σύζυγο, στο πνεύμα των ημερών που λέγαμε, κάνω μπάνιο.  Παίρνω τηλέφωνο στο σχολείο με μισοβουρκωμένη φωνή, που προσπαθώ να την πουλήσω ως αγουροξυπνημένη. Και ρωτάω το γνωστό.  Τί γίνεται με αυτό το τρελό αγόρι.
- Έκανε όλο το σχολείο να κλάψει ο Walter σήμερα. Όταν τον αφήσατε στο σχολικό σταμάτησε το κλάμα, και άρχισε το δράμα (δεν μου το είπε ακριβώς έτσι η γυναίκα, αλλά το νόημα θέλουμε).  Άρχισε να λέει πόσο πολύ σας αγαπάει και πόσο θέλει να γυρίσει πίσω και να κάνει στη μαμά του την πιο σφιχτή αγκαλιά του κόσμου και να δώσει στον μπαμπά του ένα τεράστιο φιλί (από εδώ μέχρι τα αστέρια του ουρανού), να σας δει λίγο και... "μετά να με ξαναπάρετε. αλήθεια σας λέω, θα ξαναγυρίσω".
Στο επόμενο καρέ φυσικά, όλοι οι κουλ συνεπιβάτες του παρασύρθηκαν από τον δραματικό μονόλογο του υιού, και έβαλαν τα κλάματα, το γνωστό παιδικό ντόμινο.  Και έφτασαν όλοι στο σχολείο μέσα στη μαύρη απελπισία, κοπέλας που συνοδεύει συμπεριλαμβανομένης, καθώς θυμήθηκε και εκείνη ότι η μαμά της είναι σε κάποιο νησί μακριά και της λείπει τρελά.
Μετά βέβαια τη φοβερή ανακάλυψη οπαδών και επιρροής, το αγόρι πέρασε υπέροχα.  Τόσο υπέροχα που μέχρι και mms λάμβανα από τις δασκάλες για να πιστέψω και να καταφέρω την επανάληψη της διαδικασίας και την επόμενη μέρα.
Συγγραφέας να γίνει.  Χειρίζεται ωραία το λόγο.  'Οχι, περίμενε, ηθοποιός.  Θα διαπρέψει στην τραγωδία.  Μήπως να πολιτικός - τότε θα έχει γυρίσει το γενικό perception, θα είναι καλά μάλλον τα χρόνια.
Στοοοοπ, ξέφυγα, αλλά όνειρα θα κάνω πλουμιστά - δε θέλω άλλο γκρι.

15.9.11

Η μαμά υποφέρει και το δηλώνει ευθαρσώς.

Το ποστ μπαναλαρία, τα έχετε δει, τα έχετε διαβάσει και τα έχετε ξαναδιαβάσει - bear with me.
Αλλά εμένα η εμπειρία μου μοναδική.
Ο μικρός μου πήγε σχολείο. 
Κάναμε όλο το σετ προετοιμασίας - διάλεξε μόνος του την τσάντα του (αν και πήγε κατευθυνόμενα σε μαγαζί που δεν είχε μακουήνηδες, ντόρες και τα τοιαύτα γιατί διαφορετικά το ξέρουμε το αποτέλεσμα), του κάναμε την απαραίτητη (τόσο όσο) πλύση εγκεφάλου για τον ξεχωριστό κόσμο που θα ανοιχτεί μπροστά στα μάτια του, για το πώς μεγαλώνει και πόσο υπέροχο είναι αυτό, για όλα αυτά τα μαγικά, μοναδικά πράγματα που θα μάθει.
Και πήγαμε σχολείο.  Σίγουροι και οι δύο ότι το έχουμε.  Με χαρά τις πρώτες μέρες και τόση δύναμη και αυτοπεποίθηση που ήταν περίεργη.  Με λαχτάρα για να μείνει, να παίξει, να τραγουδήσει και με μία μαμά (εμένα), άνετη, ευτυχισμένη, γερή σα βράχο.
Και μετά από τις πρώτες μέρες, ο μικρός μου άρχισε να ζορίζεται.  Να εκδηλώνει δυσαρέσκεια, να έχει ανάγκη από αγκαλιά την ώρα που μπαίναμε στην αυλή, να επινοεί κοιλόπονους και κούραση, να μην θέλει.  Να μην θέλει να είναι μόνος του.
Μέχρι που σήμερα τον άφησα και έκλαψε.  Έκλαψε πολύ δυνατά και πολύ πολύ λίγο - έμεινα εκεί για ν'ακούσω.  Μετά άρχισε να φτιάχνει κούκλες για το κουκλοθέατρο που ετοιμάζουν - έμεινα εκεί για να παραμονέψω.
Και πιο μετά, εγώ κατέβηκα κάτω, άρχισα να παίρνω βαθιές αναπνοές στο διάδρομο, να νιώθω αυτό το σφίξιμο γροθιά στο στομάχι και να δαγκώνω τα χείλη για να κρατηθώ.  Αλλά εγώ, δεν τα κατάφερα.  Μάλλον εκείνος τα κατάφερε καλύτερα από 'μένα.  Ξέσπασα φίλε σε κλάματα, ρούφαγα μύξες με τις βρεγμένες χαρτοπετσέτες και προσπαθούσα να κρυφτώ για να μη με δει κανείς από το crew και μου πουν το συνηθισμένο: αφού κάνετε έτσι εσείς, το παιδί το εισπράττει.
'Οχι, σας το ορκίζομαι, ήμουν κι εγώ πολύ δυνατή.  Η φωνή μου δεν έσπαγε όταν τον άφηνα και τα χέρια μου δεν ίδρωναν όταν τον κατέβαζα από την αγκαλιά μου.  Ήμουν/είμαι πολύ δυνατή.  Δεν μου το περίμενα αυτό.  
Τί μεγάλο βήμα πρέπει να διανύσουμε τελικά.  Τί συναισθηματικό ζόρι είναι αυτό που αφήνεις κάπου το παιδί σου, με ανθρώπους αγνώστους ουσιαστικά που για κάποιο λόγο ελπίζω ότι σ'έχουν πρωτύτερα εμπνεύσει ότι θα το φροντίσουν με ειλικρίνεια, ίσως και να το αγαπήσουν με ειλικρίνεια στην πορεία, σ'ένα περιβάλλον που θα παλέψει για να γίνει πρωταγωνιστής.
Τί μεγάλη πίκρα είναι αυτή που δεν μπορείς να τον βλέπεις όταν ζωγραφίζει, όταν προσπαθεί να κάνει φίλους, όταν καβαλάει τα αυτοκινητάκια στον κήπο, όταν ζητάει μια αγκαλιά.  Όταν είναι μόνος του, όχι κάτω από τις δικές σου φτερούγες, αλλά όταν προσπαθήσει να ανοίξει τα φτεράκια του, τα δικά του, με τα εφόδια τα ολόδικά του, που μόνο τρία χρόνια του τα μεταγγίζεις - έχεις προλάβει?
Τί μεγάλη απόφαση είναι αυτή να τον ξεκολλήσεις από την αγκαλιά σου.  Να τον ξεκολλήσεις και να τον αφήσεις.  Είναι τόσο στιγμιαίο και τόσο για πάντα.  Είναι τόσο απλό και τόσο, μα τόσο περίπλοκο.
Σε αδειάζει και ταυτόχρονα σε γεμίζει με συναισθήματα ικανά να σε φορτίσουν για αυτόματη ανάφλεξη. 
Δε ξέρω πως θα εξελιχθεί όλο αυτό, αλλά τελικά το σφίξιμο στο στομάχι πρέπει να είναι νορμάλ.  Το μωρό μου μεγάλωσε, δεν είναι μωρό, ξεκινάει το ταξίδι του σε έναν οριοθετημένο μικρόκοσμο, μια πιο οργανωμένη μικρή κοινωνία και εγώ δεν είμαι πια καπετάνιος.
"That's one small step for a mom, one giant leap for motherhood" :-)
Να βράσω το κούλνες, είμαι πιο ευάλωτη από αυτόν τελικά.

πι.ες: Αριάδνη, με καθυστέρηση 4 ημερών, νομίζω ότι τελικά απάντησα στην ερώτησή σου (κάτι δικά μας).

7.9.11

Τα γλυκά μου.

Ο καιρός περνάει και τα αδέλφια λίγο δένονται.
Λέω λίγο, γιατί ακόμα είμαστε στη φάση σου-τραβάω-το-χέρι-μέχρι-να-ξεκολλήσει γιατί είμαι μεγαλύτερός σου και κάνω ό,τι γουστάρω και κυριότερο, πρέπει να με υπακούσεις μωρό/νιάνιαρο, με διαδραστική ανταπόκριση στριγγλιά που σου σπάει το τύμπανο in no time.
Παρόλα αυτά, η μικρή και αθώα γελάει με τα χορευτικά του μεγάλου εξυπνάκια, με τις μιμήσεις που της κάνει και φαίνεται να εκτιμά την προσπάθειά του να παίξουν μαζί.
Μπαίνουν μαζί στην κούνια της, τσουλάνε μαζί μία μπάλα πάνω κάτω, κάνουνε παλαμάκια υπό τους ήχους του indie της μαμάς, σπρώχνονται με μανία στον καναπέ - ξέρουμε ποιος είναι ο νικητής πάντα, and there will be blood.
Υπάρχει πάντως μία αίσθηση συντροφικότητας στον αέρα.  Μία έτσι ωραία φάση, μια μυρωδιά μαλλιού της γριάς, μία γεύση καραμέλας στην ατμόσφαιρα.  Μία άγαρμπη αγκαλίτσα, ένα παιδικό καλημέρα το πρωί και ένα κατευθυνόμενο φιλάκι.  Δεν το είχα ζήσει ποτέ, έχω μεγαλώσει μοναχοπαίδι και όλο αυτό τώρα με συνεπαίρνει, συγχωρέστε με.
Είμαι χθες με το αγόρι μου στο αυτοκίνητο και έχουμε πιάσει την πάρλα.  Btw ο γιος μεγάλος παρλαπίπας, αν συνεχίσει έτσι δε ξέρω πως θα τον ανέχονται οι γκόμενες, αν θα του κλείνουν το τηλέφωνο στα μούτρα και εκείνος θα τρέχει απαρηγόρητος στην αγκαλιά μου... (νταξει, λέμε τώρα, η χαρά της μάνας, το αφήνεις και ασχολίαστο). 
Έχουμε πάει μαζί να δείξουμε ένα άδειο σπίτι σε ενοικιαστή (κάνω εξυπηρέτηση σε φίλο που λείπει) και είναι ενθουσιασμένος με τα 60τ.μ, το μικρό μπαλκονάκι που βλέπει σε ακάλυπτο και τα παλιά λευκά ντουλάπια της κουζίνας.  Ανοίγει εκείνος με τα κλειδιά, χοροπηδάει σε όλα τα δωμάτια και ρωτάει τον κύριο, "θα το πάρετε?".  O κύριος δε ξέρει ακόμα και ο W. του αποσπάει την προσοχή από τη ξεχαρβαλωμένη πόρτα του μπάνιου.  Τουλάχιστον τα πλακάκια είναι καινούργια.
Πίσω στο αυτοκίνητο, μου λέει:
- Μαμά, δε θέλω να το πάρει ο κύριος το καινούργιο σπίτι.
- Γιατί?
- Θέλω να το πάρω εγώ. 
- Θες να πας να μείνεις εκεί? Μόνος σου? (τρόμος)
- 'Οοοοχι, θα πάρω και τη Χλόη.  Θα πάμε να μείνουμε εκεί με τη Χλόη και θα έρχεστε να μας βλέπετε.  Αλλά θα πάρουμε όλα τα παιχνίδια από το σπίτι.
- Δε θα έρχεστε καθόλου στο δικό μας?
- 'Οοοοοχι.  Γιατί δε θα έχουμε αυτοκίνητο επειδή δε ξέρουμε να οδηγούμε.  Θα έρχεστε εσείς.  Και θα μας πηγαίνετε όπου θέλουμε.
- Μάλιστα.  Και τί θα κάνετε όλη μέρα μέσα σε ένα άδειο σπίτι?
- Θα παίζουμε, θα κάνουμε μπάνιο και θα μιλάμε συνέχεια για σκατά, σκατολοΐδια και κώλους, που απαγορεύονται.
Τα γλυκά μου.

31.8.11

Αύγουστος vs. Αύγουστος.

Σήμερα η Χλόη μου έγινε 9 μηνών.
Η νορμάλ αντίδραση κάθε νοήμoνος ανθρώπου (συμπεριλαμβανομένης και εμού της ιδίας) θα ήταν, Big Fucking Deal, ή αλλιώς, και άλλες γεννήσανε κουκλίτσα μου, δεν έκαναν έτσι.  Το ακούω.
Απλά με έπιασαν τα συναισθηματικά ΜΟΥ και θα τα βγάλω στο μπλογκ ΜΟΥ.
Γιατί πέρυσι τον Αύγουστο, η Χλόη μου δεν ξέραμε καν αν θα γινόταν ποτέ 9 μηνών.  Και αν θα γινόταν, δεν ξέραμε καν αν θα είναι ένα υγιές, φυσιολογικό (κατά τη γενική πεποίθηση/αντίληψη) μωρό. (διαβάστε εδώ, το σχετικό ποστ).
Εκείνες οι 10 μέρες του Αυγούστου ήταν για εμένα εφιαλτικές.  Και ενώ πολύ πολύ βαθιά μέσα μου κάτι μου έλεγε ότι δεν μπορεί, δεν μπορεί αυτό το υπέροχο μωρό να μην είναι καλά, η μαθηματική πιθανότητα του 1:371 θρυμμάτιζε κάθε ψίχουλο αισιοδοξίας και με τσάκιζε κάθε λεπτό της ώρας που περνούσε.
Δε θα ξεχάσω ποτέ τί φορούσα, σε ποιο δωμάτιο ήμουν και τί έκανα (προσπαθούσα να κρατηθώ να μην κλάψω, αυτό έκανα όλη μέρα, κάθε μέρα) τη στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο και με πήραν να μου ανακοινώσουν τα αποτελέσματα της αμνιοπαρακέντησης.  Δε θα ξεχάσω ποτέ, πώς κοίταξα τον άντρα μου εκείνο το δευτερόλεπτο, πώς εκείνος κατάλαβε, πώς αγκαλιαστήκαμε σφιχτά και αρχίσαμε να κλαίμε ασταμάτητα. (έχουμε και χαρούμενο πόστ, εδώ).
Εκείνες οι 10 μέρες του Αυγούστου είναι το κακό μου όνειρο.
Με αυτόν εδώ τον Αύγουστο πήγα στο ραντεβού πολύ ευτυχισμένη.  Ελαφρώς αδυνατισμένη, ήρεμη (και ας ταλαιπωρούμαι στη δουλειά λόγω μη λήψης αποφάσεων), με ένα genius γιο και μία πανγλυκιά κόρη, σαν κρέπα nutella μπανάνα, από αυτά τα περιστατικά που βγαίνουν στους δρόμους και βλέπεις όλο τον κόσμο να λιώνει, να σκύβει, να χαιρετάει, να ξεκαρδίζεται, επειδή κοιτάει το καρότσι σου.
Σκέφτομαι εκείνο το πέρυσι και την σφίγγω, την καμαρώνω, τη φιλάω και την ξαναφιλάω, την τρελαίνω από την αγκαλιά μου.  Σκέφτομαι εκείνο το πέρυσι και πόσοι άνθρωποι μου στάθηκαν πραγματικά, και μέσα από την real ζωή και μέσω αυτού εδώ του μπλογκ και λέω ένα μεγάλο, μεγάλο ευχαριστώ που μοιραστήκατε μαζί μου όλο αυτό (πάρτε το τώρα γιατί η επόμενη ευκαιρία είναι τα όσκαρ, και είναι χλωμή) και στείλατε τόση θετική ενέργεια στο μωρό μου... που δεν είχε άλλη επιλογή.
Απ'το να έρθει σε αυτό τον κόσμο και να ομορφύνει τη ζωή μας.
Κλο, you are a star.  Συνέχισε να χαμογελάς, να μας ξετρελαίνεις και να κάνεις την αγάπη αδιανόητη.
Μακάρι τα παιδιά όλου του κόσμου να είναι καλά.  Αυτό δε ξέρω, μου βγήκε, μη διαισθανθώ κανένα ειρωνικό σχόλιο, σας έφαγα.
Σας φιλώ folks.



20.8.11

Παραλία γονέων.

Τελικά, υπάρχουν πολύ κακοί γονείς.  Θα έλεγα κάκιστοι, και μάλιστα όχι με το "τελικά" να ξεκινάει την πρόταση, αλλά με το όντως.
'Οντως, υπάρχουν κάκιστοι γονείς.
Και τους (ξανα)ανακαλύπτεις κάθε καλοκαίρι στην παραλία, εκεί που δεν διαλέγεις με ποιόν θα συναναστραφείς, εκεί που στη διπλανή ξαπλώστρα μπορεί να απλώνει την κορμάρα του ο δράκος του Σέιχ Σου ή η Μήδεια, εκεί όπου όλοι νομίζουν πως τα πολλά μποφόρ παίρνουν τα λόγια τους μακριά και εκεί που το παιδί ξετρελαίνεται, απελευθερώνεται και ψάχνεις να βρεις τρόπους να το μαζέψεις. 
Να το μαζέψεις? Γιατί?
Γιατί έτσι.  Γιατί είμαι γονιός και κάνω ό,τι γουστάρω.
Για άλλη μια φορά το φετεινό καλοκαίρι συνειδητοποίησα πόσο πολύ λατρεύουν οι άνθρωποι να καταπιέζουν τους άλλους, και άρα, και τα ίδια τους τα παιδιά.
Είδα παιδάκια να τσιρίζουν, να μην μπορούν να μιλήσουν από τους λυγμούς και τα αναφιλητά, να λυγίζουν υπό την απειλή τεντωμένου χεριού, να κάνουν κωλοπαιδισμούς και να ακούν βρισιές και προσβολές, για εξαιρετικά - βεβαίως - σημαντικούς λόγους.  Όπως ότι δεν ήθελαν να φύγουν, δεν ήθελαν να βγουν από τη θάλασσα, δεν ήθελαν να σταματήσουν να παίζουν στην άμμο, δεν ήθελαν να κολυμπήσουν, δεν ήθελαν να βάλουν μπρατσάκια, δεν ήθελαν να σταματήσουν να κυνηγάνε το φίλο τους στην παραλία.  Και όλα αυτά εννοείται, έπρεπε να τα κάνουν αυτόματα.  Χωρίς καμία προειδοποίηση του τύπου επειδή ο ήλιος καίει και είναι βλαβερός, μπλα μπλα, σε πέντε λεπτά θα έρθω να σου πω να ξεκινήσεις να πλένεις τα κουβαδάκια σου, μπλα μπλα, αλλά με ύφος αυστηρό, ξέρετε, αυτό το δασκαλίστικο το χειρότερό μου, μάζεψέ τα, φεύγουμε. ΤΩΡΑ.
Σώπα μωρή κακομοίρα.  Εσύ όταν βγαίνεις για καφεδάκι με τη φίλη σου τη Λίτσα, έχει έρθει κανένας να σε κλωτσήσει από την καρέκλα?  Και μην μου πεις ότι εσύ είσαι από αυτές που δεν έχουν ποτέ χρησιμοποιήσει την έκφραση, έλα μωρέ, ένα τελευταίο τσιγάρο, γιατί δεν θα σε πιστέψω.
Αυτό το τελευταίο τσιγάρο να μην το κάνουν τα παιδιά δηλαδή? (καρά-lol)
Κάποιοι γονείς δεν θέλουν ποτέ να προσπαθήσουν να γίνουν παιδιά, γαμώτο.  Ή ίσως αγνοούν πόσο σημαντικό είναι για ένα παιδί πρώτα να το κατανοήσεις και μετά να του συπεριφερθείς σαν ισάξιο ενήλικα.  Θέλει χρόνο και υπομονή και δεν πετυχαίνει πάντα και σε όλες τις καταστάσεις.  Άλλα οι γονείς που έχουν επενδύσει σε αυτή τη σχέση, φαίνονται, και την ώρα που θα χάσουν την μπάλα και θα βάλουν τις φωνές - εννοείται πως αυτό συμβαίνει σε όλους.
Και οι άλλοι, αυτοί που έχουν μεγαλώσει ένα παιδί με τιμωρίες, χαστούκια και απειλές, και αυτοί φαίνονται.  Φαίνονται από το πώς ανάβουν τσιγάρο την ώρα που μπουκώνουν το παιδί με το κεφτεδάκι, από το πώς του πετάνε τα παιχνίδια στην άμμο μοστράροντας το φούξια, μυτερό νύχι, από το πώς του χτυπάνε το κεφάλι με τη διπλωμένη εφημερίδα που ακουμπούσε στη μεγάλη, τριχωτή κοιλιά, από το πώς δεν αγκαλιάζονται ποτέ μεταξύ τους, από το πώς δε λένε Ευχαριστώ Πολύ, όταν τους σκουπίζει ο παραλία μαν την ξαπλώστρα.
Είδα διάφορα αυτό το καλοκαίρι.  Ή μάλλον, παρατήρησα διάφορα, γιατί αυτό το φαινόμενο των γονιών που τα παιδιά τους τους εκνευρίζουν που υπάρχουν, δυστυχώς δε λέει να εκλείψει.  Και άκουσα μαμά με σιλικονάτο βυζί, αποστεωμένο σώμα και σουφρωμένα χείλη να αποκαλεί το κοριτσάκι της κωλόπαιδο και μαλακισμένο.  Και ήθελα εκείνη την ώρα να την κάνω πατητή μέχρι να βγει από το στόμα της το πράσινο μανιτάρι των πνιγμένων.
Σταματήστε να λέτε ότι η παραλία είναι χάλια γιατί είναι τίγκα στα παιδάκια. Είναι γεμάτη με μαλάκες γονείς, θα είναι η νέα έκφραση. Και μετά να πέφτει γιούχα.

Εμείς, καμία σχέση, ευτυχώς αράξαμε.  Απολαύσαμε τα μπιρόνια μας στην παραλία με παρέα φίλων χωρίς παιδιά, και άρα με ανεξάντλητες αντοχές να ασχολούνται με τα δικά μας, χα! και χαλαρώσαμε.  Και ας πήγε το μεσημεριανό στις πέντε το απόγευμα, γι'αυτά εγώ δε ζοχαδιάζω, πιστέψτε με.  Ας ποτίσει η αλμύρα το σώμα του, ας γελάσει με την καρδιά του, ας φτύσει θαλασσινό νερό μέχρι τα μάτια να θολώσουν και θα τρώμε στην ώρα μας το χειμώνα.

31.7.11

Ζέστη. Κάνει.

Ο γιος μου σήμερα μου είπε ότι η θάλασσα είναι μία πισίνα που δεν είναι μέσα σε κύβο.  Και ότι του αρέσουν και τα δύο, αλλά προτιμάει τον κύβο όταν κάνει κρύο.
Εκτός από το ότι το βρήκα πανέξυπνο, ως περήφανη μάνα, ξεκίνησα να σκέφτομαι διάφορα, περιμένοντάς τον να κοιμηθεί.
Αρχικά, ότι του έκανε πολύ καλό το baby swim στο ΟΑΚΑ.  Η φάση εκεί είναι λίγο κάπως, με την έννοια ότι κάποιες μέρες είναι μπάχαλο από τον κόσμο και πολύ συχνά περνάει από το μυαλό σου (συγκεκριμένα από το μυαλό του μπαμπά μας που έχει ταχθεί σε αυτό το τασκ) η απορία αν καταφέρνεις τίποτα με τις μισές φορές που ο Walter δεν γκρινιάζει, κυνηγώντας να πνίξει ένα ψεύτικο μωρό και αδιαφορώντας για τις φωνές της Μαριλούς (call me και δασκάλα) να γυρίσει μπρούμυτα και να χτυπήσει τα πόδια του, αλλά τελικά... δουλεύει.
Δουλεύει, γιατί δεν φοβήθηκε τη θάλασσα ποτέ.  Δεν πέρασε ποτέ τη φάση του "δεν μπαίνω" και σε αντίθεση με άλλα παιδάκια, όλη η πλάκα για τον Walter είναι εκεί μέσα.  Φοράει τη ζώνη του, όχι μπρατσάκια, γιατί μας είπε η Μαριλού ότι δεν βοηθάνε καθόλου στην εκμάθηση, το αντίθετο μάλιστα, και τρέχει στα βαθιά ατρόμητος, τόσο ατρόμητος που πολλές φορές ξεχνάει και τη ζώνη μέχρι που εγώ τσιρίζω πανικόβλητη, κολυμπάει, βουτάει, γελάει, τραγουδάει φουλ τσίτα, θαλασσοπνίγεται, μουλιάζει, το πηγούνι του τρέμει.  Αλλά, εκεί.  Μπορείς να τον αφήσεις μέσα για 2 ώρες και να κάνει χορευτικά, τρισευτυχισμένος.
Θεωρώ ότι ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της εξοικείωσης και της αγάπης, την οφείλω στο baby swim.  Άρα, go for it.  Εμείς πλέον, τελειώσαμε το baby και από Σεπτέμβρη η μαμά και ο μπαμπάς θα είναι απλοί θεατές στα κολυμβητικά κατορθώματα του γιου τους.  Αν υπάρχει χρόνος θα ξεκινήσουμε με τρέλα την κόρη.
Και το άλλο που σκέφτηκα, αφού τελικά αποκοιμήθηκε, είναι τί σκατά κάνει εδώ το παιδί την τελευταία μέρα του Ιουλίου και δεν πλατσουρίζει κάθε μέρα σε κάποια, κρύα, καταγάλανα νερά.  Πόσο πρέπει να βαριούνται τη ζωή τους τα καημένα, μέσα στα αθηναίικα διαμερίσματα με τα κλιματιστικά και τις απαγορεύσεις, γιατί όπως και να το κάνουμε καλώς ή κακώς τα σπίτια δεν μετατρέπονται σε τσαντίρια το καλοκαίρι, και τους φίλους που δεν είναι πια στα πάρκα.
Και μετανιώνω και σιχτιρίζω όλα τα σαββατοκύριακα που μπορούσα και τεμπέλιασα, και δεν πετάχτηκα στο οικογενειακό σπίτι στο νησί, γιατί τη μία πού να τρέχουμε με το μωρό και κυρίως με τα τσιμπράγκαλά του, την άλλη ο άντρας μου είχε δουλειά και την τρίτη μας είχαν καλέσει στην Αθήνα κάτι φίλοι, και εντάξει μωρέ, θα περάσει η Κυριακή.
Τέλος πάντων, στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο απλό, το οικογενειακό σπίτι στο νησί έχει κάποια limitations, αλλά και αυτό το αγόρι (το δικό μου) που θέλει να σπάσει τους τοίχους και να προσγειωθεί με τη ζώνη με τα μαξιλαράκια πάνω σε ένα ανώδυνο κύμα, και να τρέχει όλη μέρα σε χώματα και κήπους, έχει τα δίκια του όταν βαράει κάτι μεσημεριάτικα τάντρουμ και δεν ξέρουμε πώς να το ηρεμήσουμε.  Με αποτέλεσμα να τσακωνόμαστε μεταξύ μας βεβαίως, για να μην τσακωθούμε με κανένα τρίχρονο.
Γι'αυτό σας λέω.
Το καλοκαίρι δεν το αγαπώ.  Τη ζέστη, τη μισώ.  Το καλοκαίρι στην Αθήνα με ζέστη και παιδιά, το σιχαίνομαι. 
Και τα παιδιά, το καλοκαίρι, στην Αθήνα με ζέστη, μας σιχαίνονται και αυτά.
Πάω να πιω μια μπίρα τώρα, με πήρε από κάτω.
Αύριο το πρωί θα τον ρωτήσω αν με αγαπάει ακόμα.

21.7.11

All messed up (και το κλέβω και από James)

'Ημουν με μία αλλοπρόσαλλη παρέα προχθές, με την έννοια ότι μια χαρά ήταν οι άνθρωποι, αλλά ο καθένας μόνος του.  All together το αποτέλεσμα μπορούσες να το πεις και αυτοκτονικό ή έστω τρομακτικό - έχεις μασήσει ένα σακουλάκι μανιτάρια και μετά περπατήσει μόνος σου ένα τρίωρο στους δρόμους του 'Αμστερνταμ? Έτσι.
Ξεκινάμε με ζεύγος ταμένο στις αρχές του πατρίς, θρησκεία, οικογενεία.  Με τρία παιδάκια (είχαν μαζί τους μόνο το μεγαλύτερο, ένα ήσυχο κοριτσάκι 6 ετών) και λουκ έχω-βγει-από-διαφήμιση-μαργαρίνης, clean cut, ευτυχισμένοι, απλοί, χωρίς νεύρα (γιατί τα παιδιά είναι χαρά) και χωρίς πολλές απαιτήσεις.  Μου άρεσε πάντως που φαινόταν να αγαπούν αυτή την απλή ζωή τους.  Που δεν σκάνε για πολλά, αρκεί να παρέχουν στα παιδιά όσο περισσότερα μπορούν.
Συνεχίζουμε με ζεύγος κουκουρούκου και trendy, που είναι μαζί μια πενταετία δηλώνοντας ότι δεν θέλουν να κάνουν παιδιά.  Δεν τα γουστάρουν ρε αδερφέ.  Δεν θυσιάζουν τη γαμάτη ζωή, πνιγμένη στα ταξίδια και σε όλων των ειδών τα activities για τίποτα και για κανέναν στον κόσμο.  Η τύπισσα είναι 35 και εκείνος 40 και πίνοντας το τέταρτο σφηνάκι grappa υποστηρίζουν ότι θα κάνουν snowboard εύκολα μέχρι τα 70.  Δεν ξέρω αν είναι ερωτευμένοι τύπου στα κάγκελα, αλλά ταιριάζουν απόλυτα και με όλα αυτά με τα οποία ασχολούνται δεν νομίζω να προλαβαίνουν καν να εξετάσουν τί είναι αυτό που τους κρατάει πραγματικά μαζί, εκτός από το snowboard.
Μετά έχουμε τον χωρισμένο μπαμπά με ένα γιο, παιδί χωρισμένων γονιών που δεν πήρε ποτέ τις σχέσεις του στα σοβαρά, που ήταν πάντα αυτός ο τύπος γόη για τον οποίο οι γυναίκες ενδιαφέρονται, αλλά μετά το τρίμηνο σιχτιρίζουν.  Μία τέτοια γυναίκα θέλησε να κάνει μαζί του ένα παιδί για να καταλάβει λίγο αργότερα ότι δεν θέλει να προσπαθήσει άλλο.  Ο μπαμπάς μιλάει για τον γιο του και η φωνή του σπάει.  Τη γυναίκα του, ούτε να την δει.
Ο άλλος χωρισμένος στην παρέα, είναι μαμά.  Και δεν είναι ακριβώς χωρισμένη, αλλά σε διάσταση περιμένοντας να βγει το χαρτί, με ένα μωρό, ένα χαρούμενο, χαμογελαστό αγοράκι, μόλις 6 μηνών.  Δεν θέλει να πει πολλά, η κατάσταση πρέπει να έγινε πολύ ζόρικη και επικίνδυνη, αλλά στεναχωριέται που αυτούς τους πρώτους μήνες της ζωής του μωρού της δεν θα τους θυμάται ποτέ με γλύκα.  Θα ήθελε να γυρίσει πίσω τον χρόνο και να μην τον έχει παντρευτεί ποτέ, τον άντρα που ήταν για πάντα ένα κακομαθημένο αγόρι.  Αλλά τότε πως θα έκανε το γιο της?  Τον κοιτάει που κοιμάται στο καρότσι και του φιλάει το χεράκι.  Ίσως και να μη γύριζε πίσω το χρόνο, και οι νύχτες γεμάτες απειλές, χαλάλι. 
Και μετά εμείς και τα παιδιά που είχαν τη φαεινή ιδέα να μας καλέσουν.  Ψιλονορμάλ, ο Dario με ζοχάδα γιατί δεν είχε κοιμηθεί ούτε λεπτό από τις 4 το πρωί και μετά, εγώ ψιλοντίρλα με αχ βαχ τί ωραία που ήταν τότε που βγαίναμε και πίναμε και ΚΟΙΜΟΜΑΣΤΑΝ, η Χλόη να γελάει σε όλους ακατάπαυστα και να σώζει ενίοτε και στιγμές αμηχανίας (ο W. λείπει... και μου λείπει) και οι οικοδεσπότες μας στο ίδιο μήκος κύματος, μόνο που ίσως το τραβούσαν ενίοτε, τύπου ασταδιάλα-εμείς-δεν-κάνουμε-δεύτερο-τα-έχουμε-δει-όλα.
Μόνιμο θέμα συζήτησης, τα παιδιά.  Κάποιες φορές είτε εμείς, ή ο χωρισμένος μπαμπάς προσπαθούσαμε να αποπροσανατολίσουμε τη συζήτηση, αλλά το θέμα γύριζε πάντα εκεί.  Και οι γονείς των τριών έλεγαν ότι θα πάνε ακόμα μια φορά στη Νάξο (που δεν ξέρω αν σας το έχω πει, αλλά καθόλου δεν τη γουστάρω) και το trendy ζευγάρι χαμογελούσε ειρωνικά επειδή εκείνοι είχαν κλείσει Κένυα με ένα στοπ "Λονδινάκι" - μη λέτε το Λονδίνο, Λονδινάκι, με κάνετε τρελή. 
Αυτοί πάλι με ύφος θέλω-να-τσατίσω-όλους-τους-υπόλοιπους, εκτός από τον χωρισμένο μπαμπά που δύο σαββατοκύριακα είχε το παιδί το μήνα, μην τρελαίνεσαι, έπαθαν μία φρενίτιδα αραδιάσματος events, συναυλιών και ταινιών που είχαν παρευρεθεί το τελευταίο τρίμηνο, αλλά, σας το ορκίζομαι και ας με πιστεύετε, η υπερπροσπάθεια του "περνάμε και μόνοι μας καλά" ήταν τόσο φανερή, όση και αυτή της μάνας που έσφιγγε το κοριτσάκι της αγκαλιά λίγο πριν αποκοιμηθεί στο απίθανο fatboy bean bag ξανά και ξανά δείχνοντάς τους πόσο δεν την νοιάζει.
Με τα πολλά, με τα κρασιά, τις μπίρες, τη grappa και τις μαστίχες, κάποιος αναρωτήθηκε πώς αισθάνονται που θα γεράσουν (και θα πεθάνουν, αλλά δεν το'πε) μόνοι.  Ναι, αλήθεια, έσκασε αυτή η ερώτηση.  Εκείνοι είπαν ότι θα έχουν για πάντα ο ένας τον άλλον, τις εμπειρίες και τις αναμνήσεις τους, φίλους σε όλο τον κόσμο και γυμνασμένα σώματα.  Οι άλλοι δύο, οι τραντίσιοναλ, κοίταξαν τις φωτογραφίες στην οθόνη του κινητού και δήλωσαν με σθένος ότι ξεκίνησαν να ζουν μόλις γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί.  Και ότι η γνώση και η σοφία αυτού του rollercoaster δε συγκρίνεται με τίποτα στον κόσμο.
Οι χωρισμένοι, αλλού.  Ο μπαμπάς δεν έχει αποφασίσει αν θέλει να περνάει καλά, ή να βρει μια άλλη μεγάλη αγάπη και συνεπάγεται να ξανακάνει οικογένεια, και αφού δεν έχει αποφασίσει αυτός προφανώς και θα του κάθονται όλα τα στραβά.  Αλλά το καθήκον του ως γονιός το έχει κάνει, και άρα, όχι, δεν θα πεθάνει μόνος, τονίζοντας ότι για τις μαμάδες είναι διαφορετικά τα πράγματα.  Η μαμά βέβαια, θέλει μια μεγάλη αγάπη.  Και έναν άντρα-φτερούγα, να κάνει μια ωραία οικογένεια, και γιατί όχι, και άλλα ωραία παιδάκια.  Τα παιδιά είναι υπέροχα, είναι ζωή, είναι ο λόγος για να μη σε παίρνει ποτέ από κάτω, ακόμα και στα πιο δύσκολα.
Τα δικά μας, τα ξέρετε.  Τόσο απλά, αν δεν τα θέλαμε, δεν θα τα κάναμε.  Είχαμε ζωή και πριν, έχουμε και τώρα.  Και το να έχεις τα παιδιά, δε σημαίνει αυτόματα ότι θα είναι για πάντα στο πλάι σου.  Πρέπει να επενδύσεις για να είναι εκεί.  Εμείς με αυτό το σπορ ασχολούμαστε τώρα.  Θέλουμε να χτίσουμε την τέλεια σχέση, να τα γεμίσουμε αγάπη, αυτοπεποίθηση και κατανόηση, που να μην αδειάσει ούτε στην εφηβεία.  Πάνω απ'όλα να είμαστε εμείς εκεί για αυτά, πριν αναρωτηθούμε πού θα είναι εκείνα σε τριάντα χρόνια.
Σε ένα Marie Claire κόσμο, αυτή η βραδιά θα έκρυβε τη μεγάλη ανατροπή.
Το πολύτεκνο ζευγάρι θα πάθαινε κρίση για όλα αυτά που δεν είναι τέλεια, και οι άτεκνοι τύποι θα ομολογούσαν με δάκρυα στα μάτια πως δεν τους αρέσει η ιστιοπλοΐα, αλλά όποτε είναι οι δυο τους τσακώνονται ανελέητα.  Ο χωρισμένος μπαμπάς θα την έπεφτε στη χωρισμένη μαμά και την επόμενη μέρα θα έκαναν σεξ.  Ο γάμος, με όλους εμάς καλεσμένους επί των τιμών, θα γινόταν σε ένα ξωκλήσι το επόμενο καλοκαίρι.  Και οι υπόλοιποι τέσσερις, θα ξαπλώναμε ικανοποιημένοι που τελικά εμείς είμαστε αυτοί που έχουν κάνει το σωστό.
Αυτά σε ένα Marie Claire κόσμο. 
Στον δικό μας φύγαμε με τα παιδιά κοιμισμένα στους ώμους, στα καρότσια, σιχτιρίζοντας κάποιοι κάποιους άλλους απλά και μόνο γιατί ήταν διαφορετικοί, με τα κεφάλια βαριά και τα κουτσομπολιά να περιμένουν στα αυτοκίνητα, και οι χωρισμένοι δεν αντάλλαξαν καν τηλέφωνα. 
Μην σου πω πως ούτε φίλοι στο facebook δεν παίζει να γίνουν.

11.7.11

Τούμπα.

Περίεργη εβδομάδα αυτή που πέρασε.
Δεν θέλω να την πω κακή, γιατί είχαμε πολύ ωραίες στιγμές - παίξαμε τρελά στη θάλασσα, πήγαμε μεγάλες βόλτες με τα καρότσια (ο W. θυμάται το μωρό που άφησε πίσω του τώρα που έχει μπει η αδελφή του στη ζωή μας), η μικρή Κλο έβγαλε το πρώτο της δοντάκι, πήραμε την αίτηση για το μεγάλο βήμα του Βάλτερ, τον παιδικό σταθμό, ήπιαμε ένα μπουκάλι παγωμένη μαστίχα με τις φίλες μου στη βεράντα...
Αλλά είχε και πολλά ζόρια.
Αυτά τα ζόρια που αν δεν είσαι μαμά και ειδικά αν είσαι λίγο σαν εμένα, ή μάλλον σαν αυτό που ήμουν εγώ πριν, δεν τα πολυκαταλαβαίνεις.  Εγώ είμαι πολύ ψύχραιμος άνθρωπος, εντυπωσιάζομαι δύσκολα και έχω εμπιστοσύνη στις δυνατότητές μου.  Επίσης, βλέπω πάντα το ποτήρι μισογεμάτο, θεωρώ ότι για όλα υπάρχουν λύσεις, τραγουδάω μέσα μου τρα-λα-λα τρα-λα-λο και ρουφάω με  μισό καλαμάκι ένα classic lime daiquiri.
'Ομως πολλά αλλάζουν όταν γίνεσαι μαμά. 
Και στους εφιάλτες του τύπου "θα χάσω την δουλειά μου" δε γίνεται να τινάξεις το μαλλί προς τα πίσω και να απαντήσεις με απόλυτη ειλικρίνεια ότι θα κάτσεις να χαζεύεις τα ταβάνια του σπιτιού πίνοντας μπίρες από το περίπτερο και λιώνοντας σοκολατάκια με το πιστολάκι α λα conn-x. 
Ξαφνικά, τα θεμέλια του παιδικού σταθμού του W. τρίζουν επικίνδυνα και η κοπέλα που λατρεύει να κρατάει την Κλο, δεν κουνιέται ρούπι από την Κυψέλη.
Και το σενάριο που εσύ μεταμορφώνεσαι σε δυναμική γυναίκα, με μεγάλες ιδέες, καλοχτενισμένα μαλλιά και καινούργια τζην παντελόνια που οδηγείς με τσίτα μουσικές προς τον Παράδεισο-call-me-εργασία-και-χαρά Αμαρουσίου για να ξεδιπλώσεις το ταλέντο σου και να πληρωθείς στο τέλος του μήνα, κλειδώνεται για πάντα στα συρτάρια της εταιρείας παραγωγής και το τρώει το σαράκι.
Η ζωή γυρνάει τούμπα.  Τα δάνεια, οι πιστωτικές κάρτες, οι βενζίνες και οι λογαριασμοί, μεταμορφώνονται σε αδυσώπητα πιράνχας που έρχονται να σου ροκανίσουν τα κόκκαλα, ενώ πιο παλιά ήταν κάτι ασήμαντα χαρτιά που απλά... μπορούσαν να περιμένουν.
Τώρα τίποτα δεν μπορεί να περιμένει.  Ούτε τα παιδιά, ούτε οι καθημερινές τους απαιτήσεις, ούτε η μόρφωση, ούτε η καλοπέρασή τους.
Ναι, οι εποχές είναι δύσκολες και ναι, όπως προφανώς καταλάβατε η εταιρεία που δουλεύω τα τελευταία 8 χρόνια μάλλον ετοιμάζεται να βυθιστεί για να βρει τον θησαυρό της χαμένης Ατλαντίδας μαζί με άλλα φαντάσματα του παρελθόντος. 
Θυμώνω γιατί της άξιζε πολύ πολύ καλύτερη τύχη.  Και θυμώνω γιατί περίμενα περισσότερα από κάποιους ανθρώπους, εκτός απ'το να δω τον καπνό του αυτοκινήτου τους την ώρα που φεύγουν από το πάρκινγκ.  Περίμενα ηθική υποστήριξη και ουσιαστική παρουσία, μαζί μας, και ας μην μπορούσαν να κάνουν πλέον τίποτα άλλο.  Ας είναι.  Ο Ντ'Αρντανιάν δεν είναι πολύ trendy στις μέρες μας.  'Οσο για 'μενα, η ιδιότητα της μαμάς μάλλον ανέσυρε απ'τα σκοτάδια εκτός από την ώριμη πλευρά του εαυτού μου, και την ρομαντική.
Picture that:  Είμαι στη βεράντα, γραφώ ό,τι μπορώ γιατί ήθελα να γράψω περισσότερα και ειλικρινέστερα, και το μωρό είναι κολλημένο πάνω μου στο ring sling, ενώ ψήνεται στον πυρετό.  Το πρώτο θύμα του ντόμινο της ίωσης με καύσωνα (γιακ), ο γιος μου, κοιμάται στο κρεβάτι του αποκαμωμένος από την αφαγία και εξαντλημένος από τα ξενύχτια των προηγούμενων ημερών.  Κι εγώ πίνω μοσχοφίλερο θυμωμένη, ενώ ήθελα να έχω πάει στο Αττικό Ζωολογικό Πάρκο το σαββατοκύριακο. 
Για μουσική υπόκρουση προτείνω το Ζαβαρακατρανέμια, αντί του Life is a flower
Είπαμε, ήταν μαλακισμένη η εβδομάδα.